Οι θρύλοι του Καραγκιόζη είναι πολλοί καί διάφοροι στην Ελλάδα και όσο για τούς καραγκιοζοπαίχτες αυτοί δίνουν μεγάλη σημασία στό να λένε ότι ο Καραγκιόζης έζησε πραγματικά, γιατί αλλοιώτικα όλο τό θέατρό τους θα κρημνισθή σαν χάρτινος πύργος.
Στα χρόνια των Δουκάτων στήν πόλι Σεβρί Χισάρ της Προύσης τής Μικρασίας ο Δούκας ήθελε νά κτίση ένα απέραντο παλάτι. Ο εργοδηγός ο καί ευνοούμενος του Δούκα, ο οποίος όνομάζετο Χατζηαβάτης, άρχισε τό έργο καί προσέλαβε όλους τούς απαιτουμένους έργατες. Κατά την τρίτη έβδομάδα πήρε κι έναν κτίστη ασχημον μέ μορφήν πιθήκου καί μέ μεγάλη ευστροφία καί πνεύμστος καί ο όποιος μέ τήν μεγάλη του εύγλωττία δέν αφηνε τούς έργάτας νά δουλεύουν, μέχρι τού σημείου ώστε όταν ένύκτωνε νά ανάβουν τά φώτα γιά νά τόν βλέπουν καί νά τόν ρωτάνε. Αύτός ό κτίστης όνομάζετο Κάρα-Γικιός.
Αυτή ή κατάστασις έβάσταξε μία εβδομάδα. Ο Δούκας κάθε Παρασκευή επιθεωρούσε τό κτίριο. Καί άφού τό επιθεώρησε είδε πώς δέν προχωρούσε ή δουλειά. Κάλεσε λοιπόν τότε τόν ευνοούμενον του εργολάβον καί τόν έρώτησε γιατί δέν προχωρούσε η δουλειά. Τότε ο εργοδηγός του είπε ότι ύπήρχε ένας κτίστης όνομαζόμενος Κάρα-Γκιός, πού μέ τά τόσα του ωραία αστεία απασχολούσε τούς έργάτας καί δέν τούς άφινε νά έργασθούν. Έθύμωσε τότε πολύ ό Δούκας καί διέταξε αμέσως νά τόν σκοτώσουν καί τόν σκότωσαν. Μετά τόν θάνατον του Καραγκιόζη έτελείωσε τό κτίριον καί άφού έτελείωσε τό κτίριον, ένας άλλος βασιλεύς κήρυξε τόν πόλεμο κατά του Δούκα. Ο Δούκας έχασε τόν πόλεμο καί ύποχρεώθηκε νά πλήρωσή ένα μεγάλο ποσόν καί είχε γίνει σκεπτικός καί μελαγχολικός.
Τότε ό εύνοούμενος του Χατζηαβάτη του λέγει: «Άν άφινες νά ζήση ό Καραγκιόζης μέ τά αστεία του είμαι βέβαιος πώς θά σέ έκανε νά γελάσης. Ό δέ Δούκας τού λέγει: «’Εσύ πού τόν παρακολούθησες τόσον καιρό δέν μπορείς νά μου τόν άναπαραστήσης; » Τότε ό Χατζηαβάτης έφτιαξε άπό χαρτόνι τό ομοίωμα τού Καραγκιόζη, τό δικό του καί των άλλων εργατών. Καί αφού πήρε λευκό πανί καί έβαλε φώτα άπό μέσα καί κάρφωσε τά χαρτόνια σέ ξυλάκια, έβλεπε κανείς τις σκιές κυττάζοντας άπό την άλλη μεριά του πανιού.Πραγματικά τα έλεγε τόσο έξυπνα ό Χατζηαβάτης πού ο Δούκας γέλασε καί μετάνοιωσε γιά τόν θάνατο τού Καραγκιόζη καί προς τιμήν του έκαμε ένα μεγάλο μνήμα καί μέσα έβαλε τά οστά του Καραγκιόζη τα όποια υπάρχουν καί σήμερα στό Σεβρί-Χισάρ. Ο δέ Χατζηαβάτης αμα είδε τήν επιτυχία του άρχισε νά κάνη τουρνέ σ’ όλη τήν επαρχία καί τότε διεδόθη η τέχνη του αύτή καί πολλοί Τούρκοι τήν έμαθαν μαζί μέ αυτούς δέ καί ό Ναζίμ Βέης πού διακρίθηκε σάν καλλίτερος τους καί άπέθανε δοξασμένος στα 1320.
Τελειώνει εδώ ο πρώτος θρύλος του Καραγκιόζη.
Κατά τό δέκατο όγδοο αιώνα στην Κίνα, βρέθηκε ένας Έλλην άπό τήν ‘Ύδρα πού τόν έλεγαν Γεώργιον Μαυρομάτην. Άφού στην Κίνα απόκτησε καί έχασε τά λεπτά του καί έγινε τεμπέλης μιά μέρα πήρε τό Μπερτόλδο κι έλεγε : «Νά μπορούσα κι εγώ νά κάμω αύτά πού κάνει ο Μπερτόλδος». ήταν δέ πάρα πολύ έξυπνος. Σκέφτηκε τό λοιπόν νά κάμη σέ χαρτόνια μερικά ανθρωπόμορφα τέρατα πού νά ομοιάζουν μέ Μπερτόλδο καί αμέσως έκοψε τον πρωναγωνιστήν, τόν ονόμασε μέ τόν επώνυμό του στήν Τουρκία Καραγκιόζη καί τόν σύντροφό του τόν ονόμασε Χατζηαβάτη κι έστησε ένα λευκό πανί· έβαλε φώτα άπό μέσα καί έκάρφωσε τά χαρτόνια μέ ξυλάκια έτσι ο κόσμος κυττάζοντας άπ’ έξω άπό τό πανί νά βλέπη τις σκιές’
Άφού λοιπόν έτελείωσε όλη αύτή τήν έργασία άρχισε τήν παράστασι καί έλεγε διάφορα χονδροκομμένα αστεία, κάλεσε τούς δέκα φίλους του καί οί φίλοι του του είπαν πώς είναι πολύ ώμορφα. Έπειτα λοιπόν άπό τήν καλή έντύπωσι πού άφήκε στούς φίλους του τό θέαμα αύτό άπεφάσισε νά τό έκμεταλλευθή καί άρχισε τάς παραστάσεις είς διάφορα καφφενεία καί κέρδισε πολλά λεπτά.
Άφού λοιπόν έπλούτισε στήν Κίνα έφυγε για τήν Πόλι, όταν δέ έφτασε εκεί συνάντησε μίαν ήμέραν τόν Μπαρμπαγιάννην τόν Βραχάλη τόν όποιον άφού τόν πήρε βοηθόν του άρχισε τήν παράστασίν του. Στήν Πόλιν έμαθαν τήν τέχνην πολλοί Εβραίοι καί Τούρκοι, όπως ο Σαμουήλ Άαρών, κι’ άρχισαν νά τήν έκμεταλλεύωνται.
Επειδή όμως τό Κοράνιον απαγορεύει τήν ήθοποιία αι παραστάσεις αυτές του Καραγκιόζη σταμάτησαν, μά ένας Τούρκος πού είχε τά μέσα στο Σουλτάνο καί όνομάζετο Νιαζίμ Μπέης, κατόρθωσε νά πάρη άδεια καί νά παίξη μόνον τό Άραμαζάν. Ο Βραχάλης άφού έλευθερώθη η Ελλάς σκέφτηκε κατά τό έτος 1850 νά έλθη στήν Ελλάδα, καί πράγματι άνεχώρησε καί έγκατεστάθηκε στον Πειραιά, δπου άρχισε νά παίζη διάφορες παραστάσεις μέ χονδροειδές περιεχόμενον. Στο περιβολάκι απέναντι στό ώρολόγι ήτο τό πρώτο θέατρο στήν Ελλάδα. Οι βοηθοί του, ο Κόντος καί ο Λεβαντίνος, πεθαίνοντας ο Μπαρμπαγιάννης, τό 1880 άρχισαν νά κάνουν μερικές ασήμαντες μεταρυθμίσεις. Από τάς παραστάσεις αύτάς λένε ότι ο Λεβαντίνος έκέρδισε πολλά. Πήρε ένα μορφωμένο παιδί τόν Δημήτριο Μίμαρ ο όποιος ήτο πολύ πεπειραμένος καί σκέφθηκε νά τό κάμη τό θέατρο ηθικό καί ελληνικό, καί έγινε θέατρον γιά οικογένεια. ’
Εδώ τελειώνει ό δεύτερος θρύλος του Καραγκιόζη.
Στήν έποχή του Άλή Πασά μεταξύ τών αύλικών ήτανε καί ένας Εβραίος όνόματι Ιακώβ, ο όποιος κάτι έκαμε σέ μιά γυναίκα καί ό Άλή Πασάς τόν έστειλε σέ εξορία, στήν Πόλι. Στήν Πόλι αύτός έφοβείτο νά πή πώς είναι του Άλή Πασά καί γιά νά ζήση έσκέφτηκε νά άναπαρασταίνη τά διάφορα άνήθικα επεισόδια τής αυλής του Άλή Πασά.
Διά τόν σκοπόν αύτόν έπήρε χαρτόνι καί έκοψε άπό αύτό τις μορφές του Άλή Πασά καθώς καί τών γυναικών του, έστησε ένα πανί, έτοποθέτησε είς τό εσωτερικόν φώτα, έκάρφωσε τά χαρτονένια ομοιώματα απάνω σέ ξυλάκια, τά έτοποθέτησε μεταξύ τoυ πανιού καί τών φώτων καί έτσι έκείνοι πού κυττάζαν άπ’ έξω έβλεπαν τις σκιές.
Εδώ τελειώνει καί ο τρίτος θρύλος.
Καί γενικά καί οι τρεις πού άναφέραμε είναι οι θρύλοι πού κυκλοφορούν στους καραγκιοζοπαίκτας όπως μου τις διηγήθηκαν οι ίδιοι.
Ο Καραγκιόζης είναι κεντρικός χαρακτήρας του παραδοσιακού τουρκικού και ελληνικού Θεάτρου Σκιών, το οποίο σε πολλές περιπτώσεις αποκαλείται με το όνομα του πρωταγωνιστή του. Στα τούρκικα ονομάζεται Karagöz που σημαίνει μαυρομάτης.
Μετά από εισήγηση του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας στην UNESCO, το 2010 ο Καραγκιόζης (Karagöz) περιελήφθηκε στον αντιπροσωπευτικό κατάλογο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Τουρκίας.[1][2][3] Παλιότερα, πριν από την εμφάνιση του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, οι παραστάσεις του Καραγκιόζη και Χατζηαβάτη ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής τρόπος ψυχαγωγίας στην Τουρκία, ενώ σήμερα επιβιώνει κυρίως σε μορφή παραστάσεων συνήθως για παιδιά.[4] Παραστάσεις Καραγκιόζη γίνονται σήμερα και για ενήλικο κοινό.[5][6]
Διαφορετικοί θρύλοι έχουν διαμορφωθεί σχετικά με την καταγωγή του Καραγκιόζη. Παραδοσιακά πιστεύεται ότι δημιουργός του ήταν ο Σεΐχ Κιουστερί, που καταγόταν από την Προύσα και πέθανε εκεί το 1366[7]. Σύμφωνα με το θρύλο, ο Χατζηαβάτης και ο Καραγκιόζης συμμετείχαν στην κατασκευή ενός τζαμιού για τον σουλτάνο Ορχάν, ο πρώτος ως επιστάτης και ο δεύτερος ως εργάτης. Οι διάλογοι των δύο ανδρών ήταν τόσο διασκεδαστικοί ώστε οι υπόλοιποι εργάτες σταματούσαν την εργασία τους και τους παρακολουθούσαν. Όταν ο σουλτάνος πληροφορήθηκε την καθυστέρηση των εργασιών, διέταξε το θάνατο του Καραγκιόζη και του Χατζηαβάτη. Αργότερα μετάνιωσε για την πράξη του και ο Σεΐχ Κιουστερί δημιούργησε τις φιγούρες των δύο ηρώων με σκοπό να παρηγορήσει τον σουλτάνο[8]. Σήμερα στην Προύσα υπάρχει ένα μνημείο (τάφος) του Καραγκιόζη και του Χατζηαβάτη.
Η παλαιότερη μαρτυρία για παράσταση Καραγκιόζη στον ελλαδικό χώρο χρονολογείται το 1809 και την τοποθετεί στην περιοχή των Ιωαννίνων[9]. Αφορά παράσταση στην τουρκική γλώσσα, όπως περιγράφεται από τον ξένο περιηγητή Χόμπχαους, την οποία παρακολούθησε και ο λόρδος Βύρων. Παράσταση Καραγκιόζη αναφέρεται και από τον διπλωμάτη Πουκεβίλ στο έργο του Voyage dans la Grèce που εκδόθηκε το 1820.
Οι πρώτοι Καραγκιοζοπαίχτες στα Ιωάννινα ήταν Αθίγγανοι και Εβραίοι. Το θεατρικό θέαμα διαδόθηκε και άρχισε έκτοτε να παίζεται στην ελληνική γλώσσα, διατηρώντας τα ίδια τεχνικά χαρακτηριστικά, διαμορφώνοντας όμως παράλληλα ξεχωριστό περιεχόμενο, αντλημένο από την ελληνική παράδοση[9].
Στην Ελλάδα ο Καραγκιόζης, ως λαϊκός ήρωας, εκπροσωπεί το φτωχό, εξαθλιωμένο, πονηρό Έλληνα, στο περιβάλλον της Τουρκοκρατίας. Είναι καμπούρης και περιστοιχίζεται από την οικογένειά του, το φίλο του Χατζηαβάτη, το θείο του Μπάρμπα-Γιώργο και άλλους χαρακτήρες. Ζει σε παράγκα (Η παράγκα του Καραγκιόζη), είναι ξυπόλητος και μένει απέναντι από το σεράι (το παλάτι) του Βεζίρη.
Τα θέματα των έργων του Θεάτρου Σκιών είναι συνήθως σατιρικά, προκαλώντας γέλιο στους θεατές ενώ πολλές φορές αναφέρονται σε πραγματικά και σύγχρονα ζητήματα που ενδιαφέρουν τον κόσμο.
Οι χαρακτήρες
Σε κάθε έργο μπορεί να αναφέρονται και άλλοι βοηθητικοί χαρακτήρες, αλλά οι πιο συνηθισμένοι από αυτούς είναι:
Ο Χατζηαβάτης, δουλοπρεπής φίλος του Καραγκιόζη, συνήθως κάνει θελήματα του Πασά (π.χ. ως τελάλης).
Το Κολλητήρι (ή Σπίθας), ο Κοπρίτης (ή Σβούρας) και ο Μυριγκόγκος (ή Μπιριγκόγκος ή Μιρικόκος ή Πιτσικόκος ή ακόμα και Μπιτσικόκος), τα τρία παιδιά του Καραγκιόζη (ή και Κολλητήρια, όταν τα φωνάζει όλα μαζί). Ο Πιτσικόκος είναι το μικρότερο παιδί του Καραγκιόζη. Ο Κοπρίτης, το μεσαίο παιδί του Καραγκιόζη, είναι εύσωμος παρά την έλλειψη φαγητού. Ο Κολλητήρης είναι ο μεγαλύτερος γιος του Καραγκιόζη και η μικρογραφία του.
Η Αγλαΐα, η γυναίκα του Καραγκιόζη. Συνήθως δεν εμφανίζεται στην σκηνή, αλλά η χαρακτηριστικά γκρινιάρα της φωνή ακούγεται μέσα από το σπίτι του Καραγκιόζη. Είναι πάντα υπομονετική με τα καμώματα του Καραγκιόζη και πάντα έγκυος.
Ο Μπάρμπα-Γιώργος, μεγαλόσωμος φουστανελοφόρος (με την ανάλογη προφορά) που φορά φουστανέλα, δυνατός και γενικά αγριάνθρωπος, συνήθως δέρνει το Βεληγκέκα για να προστατεύσει τον ανιψιό του, τον Καραγκιόζη.
Ο Σταύρακας (Σταύρος), μάγκας, κουτσαβάκης.
Ο Σιορ Διονύσιος ή Νιόνιος, Ζακυνθινός με Ιταλική παιδεία, ο οποίος φέρει έντονη επτανησιακή προφορά. Εμφανίζεται πάντοτε τραγουδώντας παραδοσιακά τραγούδια. Είναι πάντοτε ενημερωμένος για τα δρώμενα, ευγενής και χαριτωμένος, αλλά επίσης και αφελής.
Ο Μορφονιός, “μαμάκιας”, με τεράστια μύτη, ο οποίος πιστεύει ότι είναι ωραίος.
Ο Εβραίος, του οποίου το αληθινό όνομα είναι Σολομών ή Σολομός, όπως τον αποκαλεί ο Καραγκιόζης. Είναι ο έμπορος της πόλης, και πιο συγκεκριμένα της Θεσσαλονίκης. Είναι πλούσιος, τσιγκούνης, πονηρός, αλλά και δειλός, φοράει λόγω θρησκείας κιπά στο κεφάλι. Έχει επίσης άλλα δύο ονόματα: Χαχαμίκος και Μωυσής.
Ο Βεληγκέκας, φύλακας στο σεράι, συνήθως χτυπάει τον Καραγκιόζη κάθε φορά που θέλει να μπει μέσα.
Ο Βεζίρης, ο Πασάς του Σαραγιού.
Η κόρη του Βεζίρη, αντικείμενο πόθου του Καραγκιόζη.
Ο Σαν Να Λιέμε, εμφανίζεται λιγότερο από όλους τους άλλους χαρακτήρες, λίγο κουτσός, για αυτό κινείται μόνο με το ένα πόδι, ενώ το άλλο το έχει σχεδόν ακίνητο, εκνευρίζεται κάποιες φορές με το παραμικρό, επαναλαμβάνει συνεχώς το όνομά του, τσιγκούνης.