Στις 24 Αυγούστου του έτους 2016, ένας τεκτονικός σεισμός κατέστρεψε πολλά χωριά της κεντρικής Ιταλίας. Στις 24 Αυγούστου του έτους 79 μ.Χ., το ηφαίστειο του Βεζούβιου κοντά στη Πομπηία αρχίζει να εκρήγνυται. Μέσα στις επόμενες 25 ώρες θα έχει αφανίσει ολόκληρη την πόλη. Πρόκειται για δύο σεισμούς διαφορετικής αιτιολογίας και φυσιογνωμίας, αλλά κατά σύμπτωση έγιναν την ίδια ημέρα. Στην Κεντρική Ιταλία θρηνούμε πάνω από 200 θύματα. Στην Πομπηία τα θύματα ήταν χιλιάδες.
Ο χρόνος «πέτρωσε» στην αρχαία πόλη, που σήμερα αποτελεί τον πρώτο σε επισκεψιμότητα αρχαιολογικό χώρο της Ιταλίας, με περίπου 2.500.000 επισκέπτες ετησίως. Πρόκειται για ένα τεράστιο μνημείο της ανθρώπινης ιστορίας, που εντάσσεται από το 1997 στη λίστα των Μνημείων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Είναι ένα μνημείο μοναδικό στο είδος του παγκοσμίως, με άλλη γνωστή περίπτωση το δικό μας οικισμό στο «Ακρωτήρι» της Θήρας, τον οποίο όμως είχαν προλάβει να εγκαταλείψουν όλοι οι κάτοικοι.
Εκείνο το μοιραίο βράδυ της 24ης Αυγούστου 79 μ.Χ., η ζωή στην Πομπηία σταμάτησε ξαφνικά και για πάντα. Υπολογίζεται ότι χιλιάδες κάτοικοι θάφτηκαν ζωντανοί ή πέθαναν από ασφυξία καθώς δεν πρόλαβαν να απομακρυνθούν από την περιοχή.
Η ηφαιστειακή λάσπη που κατέπεσε στην πόλη και κάλυψε τα πάντα, «αποτύπωσε» στιγμιότυπα από την καθημερινότητα των κατοίκων και τις δραστηριότητες και διατήρησε σχεδόν ανέπαφη την πολεοδομική και αρχιτεκτονική ταυτότητα της Πομπηίας.
Οι πρώτες ανασκαφές της θαμμένης στη στάχτη του Βεζούβιου Πομπηίας ξεκίνησαν το 1748 και έφεραν στο φως μια πόλη έτσι όπως ήταν ακριβώς τη στιγμή που τη σκέπασε ένα παχύ στρώμα στάχτης και λάβας (ύψους 6-7 μ.) από την καταστροφική έκρηξη του Βεζούβιου τη νύχτα της 14ης Αυγούστου του 79 μ.Χ.
Η Πομπηία βρίσκεται 90 μίλια νότια της Ρώμης και ιδρύθηκε το 600 π.Χ. στη σκιά του όρους Βεζούβιου. Κανείς όμως εκείνη την εποχή δεν γνώριζε πως ο Βεζούβιος ήταν ένα ενεργό ηφαίστειο. Η αρχαία πολιτεία της Καμπανίας, που ιδρύθηκε από Έλληνες, βρισκόταν σε μια εύφορη ειδυλλιακή τοποθεσία με εξαιρετικό κλίμα – την περίοδο της καταστροφής ήταν μια ακμάζουσα πόλη 25.000 κατοίκων. Η τοποθεσία της και το κλίμα της την έκαναν το καλύτερο θέρετρο της αρχαίας Ρώμης. Πολλοί πλούσιοι Ρωμαίοι είχαν χτίσει πάνω στους σκεπασμένους με αμπέλια λόφους της, όμορφες εξοχικές επαύλεις, τις οποίες στόλιζαν με διάφορα έργα τέχνης.
Τα διατηρημένα απομεινάρια της, δεν αποτελούν τις μοναδικές αποδείξεις και στοιχεία της καταστροφής. Δυο συγγραφείς εκείνης της εποχής που παρακολουθούσαν το φαινόμενο κατέγραψαν τα γεγονότα. Ο Γάιος Πλίνιος ο Δεύτερος και ο Πλίνιος ο Νεώτερος. Ο πρώτος, προσπάθησε να πλησιάσει με πλοία στην παραλιακή πόλη της Ρετζίνα για να ερευνήσει το γεγονός, όμως τα πλοία με τα οποία ταξίδευε δεν κατάφεραν να αγκυροβολήσουν καθώς δέχονταν επίθεση από φλεγόμενους βράχους που εκτοξεύονταν από το βουνό.
Το επόμενο πρωινό γράφει στις σημειώσεις του η στάχτη είχε σκεπάσει ακόμα και τον ήλιο και ο ίδιος πέθανε από Ο ίδιος πέθανε στις 25 Αυγούστου από τις δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις. Ο δεύτερος, μόλις 18χρονος, είδε την έκρηξη του ηφαιστείου και εκατοντάδες ανθρώπους να προσπαθούν να κολυμπήσουν σε κύμα στάχτης, ώστε να γλιτώσουν. Αρκετοί επιβίωσαν από την έκρηξη της 24ης Αυγούστου, όμως την επομένη μια νέα έκρηξη τους σκότωσε ακαριαία.
Όταν η βροχή που ακολούθησε αναμίχτηκε με την στάχτη δημιουργήθηκε ένα είδος τσιμέντου που κάλυψε όλη την πόλη. Ο απολογισμός από την οργή του Βεζουβίου ήταν 13.000 νεκροί και μια πόλη εξαφανισμένη. Η σημερινή επίχωση φτάνει τα 6-7 μέτρα.
Η παλαιά πόλη είχε ξεχαστεί και κανείς δεν ήξερε την ύπαρξή της. Πρώτη ανακάλυψη τμήματος της Πομπηίας έγινε το 1592 τυχαία, κατά τις εργασίες για την κατασκευή του υπόγειου υδραγωγείου της πόλης Τόρε Ανουντσιάτα που βρίσκεται εκεί κοντά. Οι ανασκαφές της Πομπηίας άρχισαν το 1748 και από το 1860 άρχισε η συστηματική ανασκαφή της πόλης.
Aν και το μεγαλύτερο μέρος των αρχικών κατασκευών έχει καταστραφεί, οι μορφές τους έχουν διατηρηθεί, σαν εκμαγεία, από τη λάβα. Oι κάτοικοι του οικισμού αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους με μεγάλη ταχύτητα, χωρίς να προλάβουν να περισώσουν τα προσωπικά τους αντικείμενα. Mπορούμε έτσι να δούμε πού έτρωγαν, πού μαγείρευαν και τι μορφή είχε η κοινωνική τους ζωή.
Διασώθηκαν, προστατευμένες απ’ τη φθορά του χρόνου, όλες οι πλούσιες επαύλεις, με τις πολυάριθμες τοιχογραφίες τους, η αγορά, οι πολυάριθμοι ναοί, το μικρό και το μεγάλο θέατρο, οι αψίδες, οι κρήνες, τα καταστήματα, τα ιδιωτικά σπίτια. Μαζί τους, διασώθηκαν και λεπτομέρειες που μας δείχνουν τον ξαφνικό θάνατο της πόλης, από την καθημερινή ζωή που διακόπηκε απότομα. Και, το σημαντικότερο, σήμερα οι επιστήμονες έχουν καταφέρει από την ηφαιστειακή τέφρα να βγάλουν με καλούπια αναπαραστάσεις ανθρώπων, σε στάσεις και κινήσεις που, πέρα από τον τρόμο ή τον πόνο, δείχνουν βαθειά αγάπη, συντροφικότητα, ή και προσπάθεια του ενός να καλύψει με το σώμα του τον άλλον. Αυτά είναι τα πλέον σημαντικά ευρήματα.
Τα τελευταία χρόνια η αρχαία πόλη παρουσιάζει πάμπολλα προβλήματα και συχνά πέφτουν τοίχοι μετά από καταρρακτώδεις βροχές. Η ΟΥΝΕΣΚΟ και η Ευρωπαϊκή Ενωση έχουν εγκρίνει κονδύλιο 100 εκατομμυρίων ευρώ για τις αναστηλώσεις, αλλά έργα δεν γίνονται, μέχρι να καταφέρουν να αποκόψουν το μακρύ χέρι της μαφίας από τις εργολαβίες- μην ξεχνάμε πως η Πομπηία είναι δίπλα στη Νάπολη…
Όσο για τα χωριά της κεντρικής Ιταλίας, ο υπουργός Πολιτισμού Ντάριο Φραντσεσκίνι δήλωσε πως όλα τα έσοδα των μουσείων και αρχαιολογικών χώρων αυτή την Κυριακή θα διατεθούν για την αναστήλωση παραδοσιακών κτηρίων τους.