Ο Πειραιάς και η ιστορία του από τα χρόνια τα παλιά μέχρι σήμερα!

Κατά το 1770 παρουσιάζονται στον Πειραιά οι αδελφοί Καϋράκ από τη Μασσαλία. Κατάγονταν από ευγενή οικογένεια και ήταν συγγενείς του Γάλλου προξένου στην Αθήνα Ντε Γκασπερύ ( μετέπειτα Γάσπαρη). Χρονογράφοι της εποχής μας λένε ότι η οικογένεια Καϋράκ εγκαταστάθηκε πρώτα στην Αθήνα και κατόπιν στον Πειραιά.

Άνοιξαν ένα κατάστημα κι έκαναν μαζί τον μάγειρα, τον ξενοδόχο, και τον έμπορα. Υποδέχονταν όλους τους ξένους με γαλατική ευγένεια, κι έδιναν πρόθυμα κάθε πληροφορία που τους ζητούσαν, τόσο για τον Πειραιά όσο και για την Αθήνα. Ενας μάλιστα από τους αδελφούς Καϋράκ, εμπόδισε τότε τον φίλο του, Καπετάν Αλέξη Παλικούτζον, αξιωματικό του Ρωσικού πολεμικού ναυτικού, να φέρει τον Ρωσικό στόλο και να ξεσηκώσει τους Έλληνες για Επανάσταση.

Συγκεκριμένα, κατά την περίοδο των Ορλωφικών, 1969-1770, συνέβη τούτο: Ο Καπετάν Παλικούτζος ήρθε στο λιμάνι, με πλοίο που είχε Μοσχοβίτικη σημαία, και πήρε μια σακολέβα Τούρκικη, γεμάτη ρύζι. Φεύγοντας, είπε πως θα ξαναγυρίσει, φέρνοντας μαζί του τον Ρωσικό στόλο, για να ξεσηκώσει τους Έλληνες σε Επανάσταση. Οι Τούρκοι, μόλις το άκουσαν αυτό, έφυγαν και κλείστηκαν στο κάστρο. ‘Αλλά, την ώρα που έφευγε ο Καπετάν Παλικούτζος, τον πρόλαβε ο Καϋράκ και τον παρακάλεσε εν ονόματι της φιλίας τους να μη φέρει τον στόλο στον Πειραιά. Μάλιστα οι τρομαγμένοι Τούρκοι περίμεναν τον Ρωσικό στόλο να προβάλει στο λιμάνι. Ο Καπετάν Παλικούτζος φαίνεται πως άκουσε το φίλο του Καϋράκ, και δεν έφερε τα ρωσικά πλοία στον Πειραιά. Ετσι δεν εξεγέρθηκαν τότε οι Έλληνες, Αυτή η εκδούλευση ήταν η καλύτερη υπηρεσία που προσέφερε ο Καϋράκ στην Αθήνα και γενικά στους Ελληνες.

Οι Καϋράκ έγιναν γνωστοί ως “Μουσιουκαράδες” (από το Μουσιού Καϋράκ). Ο Λουδοβίκος Καϋράκ, ήταν θερμός φιλέλληνας, ταυτόχρονα με το εμπόριο έγινε και πρόξενος της Γαλλίας στην Αθήνα – αναφέρεται δε ως έγκριτος κάτοικος της το 1784.

Ο Ιωσήφ Καϋράκ, αρχικά αξιωματικός του γαλλικού ναυτικού που εγκαταστάθηκε στον Πειραιά ασχολήθηκε, μαζί με τον αδελφό του, με το εμπόριο ελιών και λαδιού και στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν ο μόνος έμπορος του Πειραιά. Νυμφεύθηκε Ελληνίδα από καλή οικογένεια, τη Μαρία Μαμουνά, και το γεγονός αυτό εξυμνήθηκε από τη λαϊκή μούσα:

  • Κυρά Μαργιώ του Μαμουνά και ‘γγονι τ’ Αοτρακάρη
  • Μουσιού Καϋράκ σε γύρεψε γυναίκα να σε πάρει.

Η Μαρία Καϋράκ πέθανε λίγο μετά το γάμο της, αφού γέννησε μία κόρη, τη Μαργαρίτα. Ο Καϋράκ αγόρασε επίσης ένα σπίτι από το Γάλλο πρώην πρόξενο Ωμπέρ, εκεί που σήμερα είναι ο Κήπος του Θεμιστοκλέους ή παλαιότερα Τινάνειος, δίπλα στη θάλασσα, και εγκατέστησε το κατάστημά του κοντά στα ερείπια του ναού της Αφροδίτης. Η οικία του Ιωσήφ Καϋράκ άλλαξε πάρα πολλούς ιδιοκτήτες, Έλληνες και ξένους, και καταστράφηκε κατά την Ελληνική Επανάσταση).

Στην περίοδο 1775-1776 διετέλεσε πρόξενος της Βενετίας. Η κόρη του Μαργαρίτα έγινε σύζυγος του Γάλλου Ανδρέα Μερτρούδ, που ήταν γνωστός στην Αθήνα με το όνομα Μουσανδρέας (Μουσιού Ανδρέας) και μία από τις κόρες του ζεύγους έγινε σύζυγος του γιατρού Καίσαρα Βιτάλη, πρόξενου του Βασιλείου της Νεαπόλεως, ο οποίος βοήθησε πολύ τον Αγώνα, φέρνοντας κρυφά πολεμοφόδια από την Ιταλία λίγο πριν από την κήρυξη της Επανάστάσης του 1821. Ο Ιωσήφ Καϋράκ πέθανε σε πολύ μεγάλη ηλικία το 1798 (ή κατ’ άλλους το 1800).

Και οι δύο αδελφοί Καϋράκ τάφηκαν στον κήπο της Μονής των Καπουτσίνων στην Αθήνα (στη θέση που βρίσκεται το Μνημείο του Λυσικράτους στην Πλάκα) και οι τάφοι τους υπήρχαν εκεί μέχρι το 1815.

Ο Συμεών Μαρμαροτούρης εκτός από τα πολλά κτήματα που είχε στην κατοχή του, είχε και μία πολύ ωραία ανιψιά την Κατερίνα Μαρμαροτούρη, που με την ομορφιά της φαίνεται πως ήταν το μήλο της έριδος.

Γι αυτό της έβγαλαν κι ένα δίστιχο, που σώζεται μέχρι σήμερα: «Κατίγκω μ του γιαλού, μην αγαπάς αλλού».

Τον καιρό εκείνο, ένας περιηγητής, ο Σκροφάνι, επιστρέφοντος από τη Σικελία, γράφει τα εξής για τον Πειραιά και την κίνησή του:

«Μέσα στο λιμάνι του Πειραιά ήταν οκτώ σκάφη, Υδραίικα και Ψαριανά. Οι ψαράδες που συναντήσαμε στο λιμάνι, είχαν γκίνια από ψάρια, και γι αυτό φοβέριζαν τον Αγιο Σπυρίδωνα πως, αν δεν τους παρουσίαζε ψάρια, δεν θα του άναβαν το καντήλι… Ενας μάλιστα από αυτούς, ερεθισμένος από θυμό, φώναξε τον Αγιο «Παξιμαδοκλέφτη», γιατί είχε καταναλώσει όλα του τα παξιμάδια, χωρίς να πιάσει ούτε ένα ψάρι ..».

Τα χρόνια εκείνα, 1773, εκτός από δέκα ή δώδεκα καλόγηρους του μοναστηριού, τους Καϋράκ, τον Τούρκο τελώνη και δυο φαροφύλακες, κανείς δεν ζούσε στο λιμάνι του Πειραιά. Τότε άνοιξε στο λιμάνι η «Δογάνα», κάτι μεταξύ εστιατορίου και ξενοδοχείου, χωρίς όμως κρεβάτια. Σ’ αυτό καταστάλαζαν οι Ελληνες που έρχονταν από τα διάφορα μέρη φοβούμενοι τους Τούρκους. Οπως αναφέρουν διάφοροι χρονογράφοι, οι πρώτοι Πειραιώτες, ήταν Ελληνες που μετά την Επανάσταση έφταναν απ’ όλα τα τουρκοκρατούμενα μέρη της Ελλάδας.

Με τον καιρό, και με κάτι παλιόξυλα, κατασκεύασαν τις πρώτες παράγκες και άρχισε κάποια κίνηση. Οι παράγκες αυτές δεν ξεχώριζαν αν ήταν δωμάτια, εργαστήρια ή μαγαζιά. Αργότερα πλήθυναν οι κάτοικοι και στις 23 Δεκεμβρίου του 1835 ορκίστηκαν οι πρώτοι δημοτικοί άρχοντες, με δήμαρχο τον Υδραίο έμπορο Κυριάκο Σερφιώτη.

1780.- Ο Πειραιάς πάντα έρημος. Μόνες «εστίες» ζωής το Μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα και το σπίτι του Γάλλου Καϋράκ.

1790.- Δημιουργία «ασκηταριού» μοναχών σε σπηλιά του λόφου Βώκου- σήμερα ναός Ζ. Πηγής Παλαιοημερολογιτών.

1792.- Προσπάθεια για αξιοποίηση του Πειραιά, με εγκατάσταση των Υδραίων, που είχαν εγκαταλείψει το νησί τους, μετά από φοβερή επιδημία, ματαιώνεται εξαιτίας της αντίδρασης των Αθηναίων, κυρίως, ιδιοκτητών της περιοχής. Αργότερα χτίζουν τον Αγιο Νικόλαο.

1806.- Ο Σατωμπριάν επισκέπτεται τον Πειραιά και υπογραμμίζοντας την ερήμωση του τόπου παρατηρεί ότι «δεν διέκρινε ούτε μίαν λέμβον». Και προσθέτει: «Θλιβερός φρουρός εις την παραλίαν και παράδειγμα ηλιθίου υπομονής εις Τούρκος τελωνοφύλαξ κάθηται αυτού καθ’ όλον το έτος, εντός αθλίου παραπήγματος. Μήνες παρέρχονται χωρίς να ίδη καταπλέον κανένα πλοίον…».

1811.- (Καλοκαίρι). Ο Λόρδων Βύρων, δεινός κολυμβητής, έχει κατεβεί στον Πειραιά για το καθημερινό μπάνιο του. Σε μια στιγμή συναντά μια ομάδα Τούρκων, που ετοιμάζονταν να τιμωρήσουν με πνιγμό μια μοιχαλίδα. Τάζει μπαξίσια στους Τούρκους, σώζεται η γυναίκα και ο ποιητής βρίσκει το κεντρικό θέμα του νέου έργου του « ο Γκιαούρ».

– Τον ίδιο χρόνο ενώ ο Βύρων φεύγει από τον Πειραιά με το πλοίο ΥΔΡΑ, φεύγει και το τελευταίο κομμάτι από τα «Ελγίνεια» μάρμαρα.

1814.- Το μήνα Μάϊο επισκέφθηκε τον Πειραιά ο Ουίλλιαμ Τάρνερ διπλωματικός υπάλληλος στην Αγγλική Πρεσβεία της πόλης. Ο Τάρνερ γράφει:

«Χωρίς να καθυστερήσω άλλο ξεκίνησα να επισκεφθώ τα αρχαία. Ανέβηκα στην Ακρόπολη. Μπροστά μου ο περίφημος ναός του Θησέα. Με συγκίνηση στάθηκα πάνω στην Πνύκα όπου ο Δημοσθένης έβγαλε τους περίφημους λόγους του προς τους Αθηναίους. Ανέβηκα στον Αρειο Πάγο και στο λόφο των Νυμφών απ όπου είδα τον Πειραιά, την πόλη του Θεμιστοκλή και την Σαλαμίνα. Το βράχο που κάθισε ο Ξέρξης για να παρακολουθήσει τη ναυμαχία.

1816.- Το Φλεβάρη του χρόνου αυτού ένα μικρό τρικάταρτο αποβιβάζει στον Πειραιά μιαν ιστορική βασίλισσα: τη βασίλισσα της Αγγλίας Καρολίνα. Η εποχή ήταν σκοτεινή για την Ελλάδα, και ζούσε κάτω από τη σκιά της τρομοκρατίας. Παρ’ όλα αυτά ο πληθυσμός της. Αθήνας, μόλις πληροφορήθηκε την άφιξη της «υψηλής» ξένης, κατέβηκε σύσσωμος στον Πειραιά για να την υποδεχθεί. Η βασίλισσα, που συνοδευόταν από τον Ιταλό τυχοδιώκτη Βαρθολομαίο Περγκάμι, τόσο πολύ ενθουσιάστηκε ώστε, αντί ν’ ανέβει στην πρωτεύουσα με το άλογο που της έφεραν, κίνησε με τα πόδια. Ενας από τους προύχοντες των Αθηνών, ο Μιχαήλ Αρμάος, που μιλούσε αρκετά καλά τα αγγλικά της εξήγησε ότι οι δρόμοι ήταν ακατάλληλοι για τα «ευγενικά της βήματα». Ηταν όλοι κατεστραμμένοι και γεμά­τοι λάσπες. Η Καρολίνα χαμογέλασε:

— Δεν πειράζει, είπε. Στον ωραίο σας τόπο, όλα πρέπει να έχουν αξία. Ακόμη και οι λάσπες.

Πριν ανεβεί στην Αθήνα επισκέφθηκε τις αρχαιότητες που υπήρχαν στον Πειραιά.

Υστερα περπάτησε, ακολουθούμενη από τον πληθυσμό, δυο ολόκληρες ώρες. Οταν έφτασε στην Αθήνα, όχι μόνο δεν έδειξε καμιά κούραση, αλλά θέλησε να επισκεφθεί αμέσως τους αρχαιολογικούς χώρους.

— Θεέ μου, φώναξε η βασίλισσα μόλις είδε τον Παρθενώνα. Τέτοια ιερή ομορφιά, πώς είναι δυνατόν να βεβηλώνεται από την παρουσία αυτών των ανθρώπων;

Πηγή κειμένου gioblogstop com
Πηγή φωτό Postcards &films

Recommended For You