Εξερευνώντας το μέλλον του οργανωμένου εγκλήματος

imagesΤο οργανωμένο έγκλημα παρουσιάζει μια δυναμική ανάπτυξη και μια αξιοσημείωτη προσαρμογή στις νέες συνθήκες της οικονομικής κρίσης, σύμφωνα με τον Rob Wainwright, διευθυντή της Europol, ο οποίος υπογράφει την πρόσφατη έκθεση της ευρω-αστυνομίας με τίτλο «Εξερευνώντας το μέλλον του οργανωμένου εγκλήματος». Το στοίχημα είναι, κατά τον ίδιο, εάν οι Αρχές επιβολής του νόμου σε όλη την ΕΕ θα αντιμετωπίσουν την πρόκληση να παρακολουθήσουν αυτές τις αλλαγές στη φύση του εγκλήματος, ώστε να είναι σε θέση να το ελέγξουν και να το πατάξουν.

Η μείωση των παραδοσιακών ιεραρχικών εγκληματικών ομάδων και δικτύων θα συνοδευτεί από την επέκταση ενός εικονικού ποινικού περιθωρίου που αποτελείται από μεμονωμένους εγκληματίες-επιχειρηματίες, οι οποίοι συνδέονται και συνεργάζονται με βάση συγκεκριμένα έργα-πρότζεκτ ανταλλάσσοντας εμπειρία, τεχνογνωσία και εξειδίκευση. Πρόκειται για ένα νέο «επιχειρηματικό» μοντέλο παροχής εγκληματικών υπηρεσιών που χρειάζεται μια νέα στρατηγική αντιμετώπισης από τις αστυνομικές αρχές.

Δυναμική εγκληματική αγορά

Αυτή η δυναμικά αναπτυσσόμενη εγκληματική αγορά αποτελεί ήδη πραγματικότητα στο χώρο του κυβερνοεγκλήματος. Αλλά στο μέλλον αναμένεται να επεκταθεί και στο χώρο του «παραδοσιακού» οργανωμένου εγκλήματος και να ελέγχει τομείς όπως η εμπορία ναρκωτικών, η παράνομη διακίνηση μεταναστών και η εμπορία κλεψίτυπων προϊόντων (τα λεγόμενα «μαϊμού»).

Σε αυτή την κατακερματισμένη και παγκοσμιοποιημένη αγορά του εγκλήματος, οι πρωταγωνιστές-κακοποιοί ολοένα και περισσότερο τείνουν προς μια συνεργατική σχέση που τους καθιστά περισσότερο αποτελεσματικούς στην αξιοποίηση των νέων εγκληματικών «ευκαιριών» που τους δίνονται.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Europol, σχεδόν όλοι οι τύποι των δραστηριοτήτων του οργανωμένου εγκλήματος θα στηρίζονται σε ψηφιακές υποδομές. Το εμπόριο παράνομων εμπορευμάτων και η ανταλλαγή χρημάτων θα λαμβάνουν χώρα στον εικονικό χώρο απαιτώντας όλο και λιγότερη άμεση επικοινωνία μεταξύ των «εμπορικών εταίρων» και μειώνοντας τους κινδύνους του εντοπισμού και των υποκλοπών από τις διωκτικές αρχές.

Τα εικονικά χρήματα θα επιτρέπουν στο οργανωμένο έγκλημα να προβαίνει σε χρηματικές συναλλαγές ανώνυμα και σε χρήση των οικονομικών πόρων τους σε μια πρωτοφανή κλίμακα, χωρίς την ανάγκη για πολύπλοκες και κοστοβόρες δομές νομιμοποίησης και «ξεπλύματος» εσόδων από παράνομες δραστηριότητες

Ορισμένοι εγκληματικοί φορείς θα παρέχουν υψηλής εξειδίκευσης υπηρεσίες σε μια σχετικά μικρή ομάδα «πελατών». Οι υπηρεσίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν την ηλεκτρονική διείσδυση σε συστήματα ελέγχου ή τη φυσική διείσδυση μέσω εταιρειών που χρησιμοποιούν εξελιγμένες μεθόδους εξαπάτησης και συλλέγουν πληροφορίες μέσω ηλεκτρονικής εισβολής και αναγνώρισης.

Στόχος τα ευάλωτα άτομα

Το σοβαρό και οργανωμένο έγκλημα θα συνεχίσει να στοχεύει ευάλωτα άτομα για εκμετάλλευση και να επιδιώκει να δημιουργεί νέες ομάδες δυνητικών πελατών για παράνομα αγαθά και υπηρεσίες. Ωστόσο, όπως εκτιμά η Europol, τόσο τα πρότυπα των εγκληματικών δραστηριοτήτων όσο και των ομάδων των ανθρώπων οι οποίοι θα αποτελέσουν τα θύματα και τους πελάτες, θα αλλάξουν κατά την επόμενη δεκαετία. Οι ηλικιωμένοι, ένα αυξανόμενο τμήμα των δυτικών κοινωνιών, θα αναδυθούν ως κύριος στόχος αλλά και ομάδα πελατών για το οργανωμένο έγκλημα. Οι φορείς του εγκλήματος θα επιδιώξουν να εκμεταλλευτούν τα ηλικιωμένα άτομα και να προσφέρουν νέες υπηρεσίες προσαρμοσμένες σε αυτά.

Οι νόμιμες επιχειρηματικές δομές θα αποτελέσουν στόχο σε μια άνευ προηγουμένου κλίμακα, ακόμη περισσότερο από ό, τι ήταν στην προηγούμενη περίοδο, τόσο ως θύματα του εγκλήματος όσο και ως στόχοι διείσδυσης, ώστε να χρησιμοποιηθούν ως οχήματα για άλλες εγκληματικές δραστηριότητες.

Το οργανωμένο έγκλημα εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση για τις αρχές επιβολής του νόμου που έχουν χρεωθεί με το καθήκον της προστασίας των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι οργανωμένες εγκληματικές ομάδες διαφοροποιούνται ανάλογα με τις αγορές που εξυπηρετούν και τις δραστηριότητες που ασκούν. Σε πολλές περιπτώσεις, οι ομάδες αυτές αντανακλούν τις κοινωνίες, τους πολιτισμούς και τα συστήματα αξιών από τα οποία προέρχονται. Καθώς οι κοινωνίες σε όλη την Ευρώπη διασυνδέονται όλο και περισσότερο και διεθνοποιούνται, το οργανωμένο έγκλημα γίνεται κι αυτό όλο και πιο διασυνδεδεμένο και ενεργό σε διεθνές επίπεδο όσο ποτέ άλλοτε.

Οι δομές του σύγχρονου εγκλήματος

Οι δομές της ομάδας που κυριαρχούν στις φανταστικές αναπαραστάσεις του οργανωμένου εγκλήματος δίνουν τη θέση τους σε ένα οργανωμένο εγκληματικό τοπίο το οποίο θα κυριαρχείται από χαλαρά δίκτυα φτιαγμένα από μεμονωμένους επαγγελματίες εγκληματίες, οι οποίοι θα διασυνδέονται και θα ασκούν τις δραστηριότητές τους σε έναν ψηφιακό, εγκληματικό υπόκοσμο.

Η οικονομική και κοινωνική αλλαγή που ενισχύεται από τα κύματα μετανάστευσης, οι πιο ποικιλόμορφες και πολυπολιτισμικές κοινωνίες, η δημογραφική αλλαγή, καθώς και οι τεχνολογικές εξελίξεις, έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη φύση των οργανωμένων εγκληματικών ομάδων.

Οι πρωτοφανείς κοινωνικο-οικονομικοί μετασχηματισμοί σε όλη την Ευρώπη κατά τα τελευταία 70 χρόνια έχουν θέσει υπό αμφισβήτηση τα παραδοσιακά συστήματα αξιών και τις θεμελιώδεις κοινωνικές δομές. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στην παρακμή της συνεργατικής αντίληψης και στάσης μεταξύ των Ευρωπαίων και στην εμφάνιση ενός ανερχόμενου ατομικισμού.

Αυτές οι αλλαγές στους κανόνες και τις προσδοκίες των Ευρωπαίων έχουν επιδράσει και στο οργανωμένο έγκλημα. Από το έτος 2000, η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος παρέχει έναν διεθνώς αποδεκτό ορισμό της οργανωμένης εγκληματικής ομάδας. Σύμφωνα με αυτό τον ορισμό, η οργανωμένη εγκληματική ομάδα αποτελείται από τρία ή και περισσότερα άτομα που συνυπάρχουν επί ένα χρονικό διάστημα και ενεργούν σε συνεννόηση με σκοπό τη διάπραξη εγκλημάτων για οικονομικό ή υλικό όφελος.

Αυτός ο ορισμός συνεχίζει να αντανακλά εννοιολογικά την άποψη των αρχών επιβολής του νόμου σε ολόκληρο τον κόσμο, όσον αφορά το οργανωμένο έγκλημα. Ωστόσο, δεν περιγράφει με επάρκεια την πολύπλοκη και ευέλικτη φύση των σύγχρονων δικτύων του οργανωμένου εγκλήματος.

Οι οργανωμένες εγκληματικές ομάδες λειτουργούν σε μια εγκληματική οικονομία που υπαγορεύεται από τους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης και ευνοούνται από την κοινωνική ανοχή για ορισμένους τύπους εγκλήματος, όπως το εμπόριο προϊόντων απομίμησης και συγκεκριμένες απάτες σε βάρος των δημόσιων αρχών ή μεγάλων επιχειρήσεων.

Οι παράγοντες αυτοί θα συνεχίσουν να διαμορφώνουν το τοπίο του οργανωμένου εγκλήματος. Τα όρια μεταξύ νόμιμης και παράνομης δραστηριότητας γίνονται όλο και πιο θολά και δυσδιάκριτα και ο καθορισμός του οργανωμένου εγκλήματος είναι όλο και πιο δύσκολη υπόθεση. Οι μεμονωμένοι εγκληματίες και οι εγκληματικές ομάδες χαρακτηρίζονται από ευελιξία και καταφέρνουν να προσαρμόζονται γρήγορα, να εκμεταλλεύονται διαρκώς νέα θύματα, προκειμένου να αποφεύγουν αντίμετρα ή να εντοπίζουν νέα πεδία εγκληματικής δράσης.

Οι πολιτικές και νομοθετικές αλλαγές, όπως η εισαγωγή των νέων συμφωνιών για τις ελεύθερες συναλλαγές και μια περαιτέρω διεύρυνση της ΕΕ είναι βέβαιο ότι θα έχουν επιπτώσεις στις δραστηριότητες των εγκληματικών ομάδων εντός της ευρωπαϊκής επικράτειας. Ωστόσο, η προσχώρηση και νέων κρατών μελών στην ΕΕ μπορεί να παρέχει στις αρχές επιβολής του νόμου και νέες ευκαιρίες για συνεργασία και ανταλλαγή τεχνογνωσίας και εμπειρίας όσον αφορά στην πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση του σύγχρονου οργανωμένου εγκλήματος.

ΑΡΧΙΚΗ

Recommended For You