Η εκδήλωση ενός ισχυρού σεισμού που θα μπορούσε να προκαλέσει κύμα τσουνάμι με ολέθριες συνέπειες για τις παράκτιες περιοχές της Κρήτης και άλλων ελληνικών νησιών αποτελεί πραγματικό σενάριο σύμφωνα με ελληνοϊταλική μελέτη που παρουσιάστηκε πρόσφατα.
Ειδικότερα, εκτιμάται ότι ένας ισχυρός σεισμός περίπου επτά βαθμών της Κλίμακας Ρίχτερ στα ανοιχτά των ακτών της νότιας και νοτιοδυτικής Κρήτης, στο Λιβυκό Πέλαγος, θα προκαλούσε ένα μεγάλο τσουνάμι, που θα μπορούσε να πλημμυρίσει τις παράκτιες περιοχές σε ύψος έως πέντε μέτρων πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Σε μια τέτοια περίπτωση, συνολικά γύρω στα 3,5 τετραγωνικά χιλιόμετρα ξηράς κατά μήκος των νότιων ακτών της Κρήτης πιθανώς θα βρίσκονταν κάτω από το νερό.
Παρόμοιος κίνδυνος, αν και μικρότερος, θα υπήρχε για τις ακτές της ανατολικής και νοτιοανατολικής Σικελίας, αλλά και της Λιβύης. Σε αυτές τις εκτιμήσεις-προειδοποιήσεις κατέληξε μια νέα ελληνο-ιταλική επιστημονική έρευνα, με επικεφαλής τον μεταδιδακτορικό ερευνητή πολιτικό μηχανικό Αχιλλέα Σαμαρά του Πανεπιστημίου της Μπολόνια, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ωκεανογραφίας “Ocean Science” τηςΕυρωπαϊκής Ένωσης Γεωεπιστημών (EGU). Στη μελέτη συμμετείχε και ο καθηγητής Θεοφάνης Καραμπάς του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Οι ερευνητές δημιούργησαν ένα υπολογιστικό μοντέλο για να προσομοιώσουν τις πιθανές επιπτώσεις από ένα μετασεισμικό τσουνάμι. Όπως δήλωσε ο Σαμαράς, στην ιστορία έχουν καταγραφεί πολύ σημαντικοί σεισμοί και αντίστοιχα τσουνάμι.
—Τσουνάμι στη Μεσόγειο
Το 365 μ.Χ. διαδοχικοί σεισμοί (ο μεγαλύτερος της τάξης των 8 έως 8,5 βαθμών) έπληξαν την Κρήτη.
Το τσουνάμι που ακολούθησε, κατέστρεψε μια σειρά από πόλεις στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Αίγυπτο, σκοτώνοντας περίπου 5.000 ανθρώπους μόνο στην Αλεξάνδρεια. Πιο πρόσφατα, το 1908, μετά από σεισμό περίπου επτά βαθμών στη Μεσσήνη (Μεσίνα) της Σικελίας, δημιουργήθηκε τσουνάμι που προκάλεσε το χαμό χιλιάδων ανθρώπων, καθώς κατά τόπους τα κύματα ξεπέρασαν σε ύψος τα δέκα μέτρα.
Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι τα τσουνάμι στη Μεσόγειο μπορεί να μην είναι τόσο συχνά όσο στον Ειρηνικό και στον Ινδικό Ωκεανό. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν συμβαίνουν κατά καιρούς μετά από σεισμούς, οι οποίοι προκαλούνται λόγω της συνεχούς σύγκρουσης της αφρικανικής τεκτονικής πλάκας με την ευρωπαϊκή, καθώς η πρώτη αργά καταβυθίζεται κάτω από τη δεύτερη.
Περίπου το 10% όλων των τσουνάμι της Γης λαμβάνουν χώρα στη Μεσόγειο Θάλασσα. Κατά μέσο όρο, συμβαίνει ένα μεγάλο τσουνάμι ανά αιώνα. Με δεδομένο ότι περίπου 130 εκατομμύρια άνθρωποιζουν στις παράκτιες περιοχές της Μεσογείου, ο κίνδυνος είναι μεγάλος. Επιπλέον, σύμφωνα με τους επιστήμονες, αντίθετα με τους ανοιχτούς ωκεανούς, στη Μεσόγειο τα κύματα ενός τσουνάμι δεν χρειάζεται να ταξιδέψουν παρά πολύ μικρές αποστάσεις, προτού πλήξουν τις συνήθως πυκνοκατοικημένες ακτές, γεγονός που αφήνει μικρά χρονικά περιθώρια για ένα προειδοποιητικό σήμα.
Οι ερευνητές υπογραμμίζουν την ανάγκη να μελετηθούν καλύτερα τα πιθανά σενάρια από ένα μελλοντικό τσουνάμι στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδίως στη νοτιοδυτική Κρήτη, έτσι ώστε οι αρμόδιες κρατικές και τοπικές Αρχές να έχουν προετοιμάσει καλύτερα την άμυνά τους για ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Υπενθυμίζεται ότι το καταστροφικό τσουνάμι του 2004 στη νοτιοανατολική Ασία με τα χιλιάδες θύματα ήταν αυτό που επανέφερε στο διεθνές προσκήνιο τον σχετικό κίνδυνο. Έκτοτε καταβάλλεται αυξημένη προσπάθεια από την επιστημονική κοινότητα να αναπτύξει καλύτερα εργαλεία πρόβλεψης ενός μελλοντικού τσουνάμι είτε μετά σεισμό, είτε μετά από υποθαλάσσια κατολίσθηση, είτε μετά από έκρηξη ηφαιστείου. Παρόλα αυτά υπάρχουν ακόμη αρκετά κενά στην επιστημονική γνώση του θέματος, ιδίως όσον αφορά τη συμπεριφορά των κυμάτων, καθώς αυτά πλησιάζουν τις ακτές.
Για την πρωτότυπη επιστημονική εργασία στη διεύθυνση: http://www.ocean-sci.net/11/643/2015/os-11-643-2015.html.
Σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα Share (Seismic Hazard Harmonization in Europe), η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στις ευρωπαϊκές χώρες υψηλής σεισμικότητας μαζί με τη γειτονική Τουρκία, την Ιταλία και τη Ρουμανία.
Η γεωγραφία της σεισμικότητας στην ευρωπαϊκή ήπειρο είναι γνωστή σε γενικές γραμμές: οφείλεται στη σύγκρουση της αφρικανικής με την ευρασιατική τεκτονική πλάκα.
Οι χάρτες του SHARE απεικονίζουν με βαθύ κόκκινο χρώμα περιοχές της Ελλάδας που μπορούν να δώσουν σεισμούς έως 9 Ρίχτερ. Αυτές είναι η Κρήτη, η Ρόδος, η Σάμος, η Μυτιλήνη, η Πάτρα, η Κεφαλλονιά, η Ζάκυνθος, η Ήπειρος, αλλά και μεγάλο τμήμα του Κορινθιακού κόλπου.
Η αξιολόγηση του “σεισμικού τοπίου” βασίζεται κατά τις πρόσφατες δεκαετίες στις μετρήσεις επίγειων και υποθαλάσσιων οργάνων ή και δορυφορικών παρατηρήσεων που καταγράφουν τις αλλοιώσεις του φλοιού της Γης.
Επίσης, οι επιστήμονες επισκόπησαν παλαιά ιστορικά δεδομένα και τις καταγραφές της τελευταίας τριακονταετίας. Αναθεώρησαν δε προς τα πάνω το μέγεθος των μέγιστων πιθανών σεισμών στο μέλλον κατά 0,5 έως 1 βαθμό στην κλίμακα Ρίχτερ, που ισοδυναμεί με την έκλυση περισσότερης ενέργειας κατά 32 φορές.
Διαμόρφωσαν έτσι καινούργια μοντέλα πρόβλεψης των σεισμικών δονήσεων προσαρμοσμένα στην ευρωπαϊκή γεωμορφολογία, έχοντας ενσωματώσει τον παράγοντα αβεβαιότητα. Με βάση τα παραπάνω έγινε η χαρτογράφηση του σεισμικού κινδύνου στην Ευρώπη.
Η χαρτογράφηση αυτή προβλέπει για παράδειγμα το επίπεδο της δόνησης στο οποίο θα μπορούσε υποβληθεί η αντοχή ενός κτηρίου τα επόμενα 50 χρόνια με πιθανότητα 10% ή με πιθανότητα 5% τα επόμενα 500 χρόνια.
Δηλαδή για χρονικές κλίμακες που καλύπτουν το χρόνο ζωής κτηρίων και βιομηχανικών εγκαταστάσεων με απώτερο στόχο την βελτίωση των μελλοντικών κανόνων αντισεισμικής προστασίας.
http://www.econews.gr