Ο εξαφανισμένος Οθωμανικός Μεντρεσές (ιεροδιδασκαλείο) που λειτούργησε στους Αέρηδες στην Πλάκα από το 1712 μέχρι την Ελληνική Επανάσταση του 1821 και η μετατροπή του σε φυλακή από τους Βαυαρούς του Όθωνα. Το ποίημα ενός Έλληνα φυλακισμένου και το γράμμα ενός Αμερικανού ιεραποστόλου συγκρατούμενου του. Η κατεδάφιση του το 1898 και σπάνιες απεικονίσεις του περίφημου πλάτανου της αυλής

Μεντρεσές (مدرسة)

Η λέξη μεντρεσές (Αραβικά: مدرسة‎‎, madrasah, πλ. مدارس, madāris, Τούρκικα: Medrese, Κοζάκικα: Медресе) προέρχεται από την αραβική λέξη madrasah, που υποδεικνύει ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα κοσμικού η θρησκευτικού χαρακτήρα. Η λέξη madrasah με την σειρά της προέρχεται από την τρισύμφωνη Σημιτική ρίζα د-ر-س: D-R-S (dαrαs), που σημαίνει μάθηση, μελέτη μέσω μια φόρμας-τύπου, σημαίνοντας κυριολεκτικά » ένα μέρος όπου κάτι λαβαίνει χώρα». Επομένως η λέξη σημαίνει κατ ουσίαν «το μέρος όπου η εκπαίδευση και η μελέτη λαβαίνουν χώρα«. Σε τέτοια ιεροσπουδαστήρια φοιτούσαν οι νεαροί μουσουλμάνοι, κυρίως όσοι ήθελαν να γίνουν ιμάμηδες.

Μεντρεσές στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη το 1906 (πηγή)

Οι μεντρεσέδες δεν υπήρχαν στις αρχές της εξάπλωσης του Ισλάμ και το τζαμί αποτελούσε τον κυριότερο εκπαιδευτικό θεσμό στον μουσουλμανικό κόσμο. Ωστόσο, καθώς η ζήτηση για μάθηση αυξανόταν, δεν ήταν πλέον πρακτικό να δίνονται ζωηρές συζητήσεις στο τζαμί, όπου πολλοί πιστοί επιθυμούσαν να προσευχηθούν και να απομνημονεύσουν το Κοράνιο. Κατά συνέπεια, οι Μουσουλμάνοι εκπαιδευτικοί δημιούργησαν το θεσμό του μεντρεσέ.
Παρ’ όλα αυτά, οι μεντρεσέδες, δημιουργήθηκαν για να διδάξουν τη θρησκεία και την επιστήμη, από τη σουνιτική άποψη. Έτσι, παρείχαν την καλύτερη εκπαίδευση μονάχα στους σουνίτες μουσουλμάνους, οι οποίοι κατόπιν διορίζονταν στις σημαντικότερες θέσεις της δικαιοσύνης, της διοίκησης και της θρησκείας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι Σελτζούκοι ηγεμόνες, πιστοί σουνίτες οι ίδιοι, κατάφεραν βαρύ πλήγμα στην σιιτική προπαγάνδα.
Τα μουσουλμανικά ιεροσπουδαστήρια αποτέλεσαν στόχους των Ευρωπαίων αποικιοκρατών, ώστε να «ευνουχίσουν» οποιαδήποτε πνευματική δραστηριότητα των ντόπιων. Για παράδειγμα, όταν οι Ολλανδοί κατέλαβαν την Ινδονησία το 1595, έκλεισαν όλους τους μεντρεσέδες και τις βιβλιοθήκες, απαγορεύοντας την εκπαίδευση.

Μετά τη μεταρρύθμιση του Μουσταφά Κεμάλ, οι μεντρεσέδες περιορίστηκαν στο ελάχιστο στην Τουρκία. Ωστόσο, σε πολλές μουσουλμανικές χώρες η ίδρυση νέων μεντρεσέδων συνεχίστηκε ακόμη και τον 20ό αιώνα. Κύρια παραδείγματα αποτελούν το Αλ Τζαμιατούλ Ασραφία στο Μουμπαρακπούρ της Ινδίας (1898) και το Αλ-Ιρσυάντ Αλ-Ισλαμίαχ στη Σιγκαπούρη (1947).

Ο Μεντρεσές των Αθηνών (1721)

Ο Μεντρεσές των Αθηνών χτίστηκε το 1721 από τον Μεχμέτ Φαχρή κατά τα χρόνια του Αχμέτ του Γ’ (1703-1730), 23ου Σουλτάνου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Είχε σχήμα τετράγωνο με εσωτερική αυλή με περιστύλιο, περιβαλλόμενη από μικρά δωμάτια (αρχικά 11) που λειτουργούσαν ως δωμάτια παραμονής των φοιτητών, χώροι μαθημάτων και σπουδαστήρια και στη βορειοανατολική γωνία υπήρχε ένα μικρό τέμενος για την κάλυψη των θρησκευτικών αναγκών.

Στο υπέρθυρο τοποθετήθηκε ανάγλυφη οθωμανική επιγραφή, η οποία σώζεται ως τα σήμερα και αναφέρει, μεταξύ των άλλων:

«Ο πάνσοφος Θεός, θέλοντας δια της παιδείας να αναστήσει τα τέκνα αυτής της χώρας, επιτέλεσε την βούλησή του. Η αγαθοεργία του Μεχμέτ Φαχρή ίδρυσε περίβλεπτο οθωμανικό ιεροσπουδαστήριο στο κεντρικό μέρος της πόλεως, ώστε να συνδιαιτώνται σε αυτό αδελφικά, όπως στον Παράδεισο, όλα τα τέκνα του απεσταλμένου του Θεού. Έντεκα κελιά οικοδομήθηκαν και κατεκοσμήθηκαν, ώστε να συγκεντρώνονται σε αυτό το ιερό και καθορισμένου σκοπού διδακτήριο, οι κατά Θεόν διδάσκαλοι της πίστεως, προκειμένου να διδάσκουν στα παιδιά την επιστήμη και το Κοράνιο με τις ερμηνείες του. […] Την ενδιαίτηση σε αυτό κατάστησε ευάρεστο, ω Θεέ μου.- έτος 1133» (Εγίρας, που αντιστοιχεί στο 1721).

Ο πλάτανος του Μεντρεσέ

Υπάρχουν αρκετές λαογραφικές αναφορές για τον πλάτανο της αυλής του Μεντρεσέ. Εμείς υιοθετούμε την άποψη ότι ο πλάτανος φυτεύτηκε κατά την κτίση του Μεντρεσέ.

Αριστερά μέσα στο τείχος του Μεντρεσέ ο νεαρός πλάτανος. πηγή γκραβούρας: POUQUEVILLE,1835

Έτσι 30 χρόνια μετά μπορεί να εμφανίζεται ψηλός και στητός, περιτειχισμένος από τον Μεντρεσέ στην γκραβούρα που μας παραδίδουν οι Stuart και Revvett.

Αριστερά μέσα στο τείχος του Μεντρεσέ ο ώριμος πλέον πλάτανος.πηγή γκραβούρας: Stuart James, Revett Nicholas, 1751 (έκδοση 1864)

Η λειτουργία και το τέλος του Μεντρεσέ

Ο Μεντρεσές συνέχισε την λειτουργία απρόσκοπτα από την ίδρυση του μέχρι και την ελληνική επανάσταση. Ήταν διακοσμημένος με περίτεχνα φυτικά και γεωμετρικά ανάγλυφα και καλλιγραφικές επιγραφές. Το μεγάλο θολωτό δωμάτιο στην ΒΑ πλευρά, το dershane, χρησίμευε ως αίθουσα διαλέξεων και κατοικία του Χότζα, δηλαδή του δασκάλου. Επίσης, όπως ήδη αναφέραμε το dershane χρησίμευε και ως Mescit ή μικρό τζαμί, όπου ο Χότζα και οι μαθητές του έλεγαν τις προσευχές τους και παρακολούθησαν την λειτουργία το μεσημέρι της Παρασκευής, την ιερή μουσουλμανική ημέρα.
Στο Μεντρεσέ διδάσκονταν φιλολογία, θεολογία και φιλοσοφία τουρκική, αραβική και περσική. Σε αυτό έμπαιναν οικότροφοι φοιτητές που αποκαλούνταν «Σοφτάδες». Την δαπάνη την φοίτησης ανελάμβανε το τουρκικό κράτος και με την αποπεράτωση των σπουδών τους οι Σοφτάδες, ένεκα της υψηλής τους μόρφωσης ανελάμβαναν υψηλά αξιώματα στο τουρκικό δημόσιο. Με αυτές τις δυνατότητες λοιπόν ικανοποιούσε τις σπουδαστικές ανάγκες των Μουσουλμάνων που ήταν στην Αθήνα και εξ αυτού του λόγου η ζήτηση για φοίτηση σ΄αυτόν ήταν μεγάλη.
Στις δύο πίσω γωνίες της αυλής υπήρχαν δωμάτια τα οποία λειτουργούσαν ως κουζίνα το ένα και το άλλο ως αποχωρητήριο. Όταν είχε καλό καιρό θεωρούμε πως ο Χότζα και οι μαθητές του μελετούσαν ευχάριστα και με ευκολία στην αυλή, υπό την σκιά του περίφημου πλατάνου.
Στον χώρο του Μεντρεσέ συγκεντρώνονταν, εκτός από τους σπουδαστές και οι οθωμανικές τοπικές αρχές για να συζητήσουν τα προβλήματα που αφορούσαν την Αθήνα. Σε μια από αυτές τις συνάξεις τους τον Απρίλιο του 1821 και ενώ είχε ξεσπάσει η επανάσταση στην Πελοπόννησο, οι Τούρκοι προύχοντες συμφώνησαν να δολοφονήσουν όλους τους Έλληνες χριστιανούς. Η τραγική αυτή εξέλιξη για τους Έλληνες, απετράπη χάρις στην σωστική παρέμβαση του Χαλίλ Εφέντη.

Ο Μεντρεσές μετατρέπεται σε φυλακή (1836)

Αφότου έλαβε χώρα η ελληνική επανάσταση ο Μεντρεσές σταμάτησε να λειτουργεί και ερημώθηκε. Μετά την εγκατάσταση της πρωτεύουσας του Ελληνικού κράτους στην Αθήνα, ο Δανός αρχιτέκτονας Christian Hansen(1803-1883), ανέλαβε το 1836 τη μετατροπή του σε φυλακή (με την προθήκη ενός ορόφου την δεκαετία του 1850). Στην φωτογραφία που ακολουθεί φαίνεται καθαρά το νέο διώροφο κτίριο.

Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο του ΜΒΕ

Ως φυλακή ο Μεντρεσές υποδέχτηκε:
– θρυλικούς ληστές της εποχής,

– ποινικούς υπόδικους, αλλά και
– πολιτικούς κρατουμένους, που αντιτάσσονταν σθεναρά στην βασιλεία του Όθωνα.

Με το που ξέσπασε το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου υπό τον συνταγματάρχη Καλλέργη το 1843, λέγεται ότι απελευθερώθηκαν οι φυλακισμένοι. Ο πιο επώνυμος από τους πολιτικά αντιφρονούντες φυλακισμένους, ήταν ο στρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης, που από το 1852 είχε καταδικαστεί για συνωμοσία εναντίον του Όθωνα. Την ίδια χρονιά (1852) φυλακίζεται και ένας Αμερικανός ιεροκήρυκας, ο Jonas King, από γράμμα του οποίου μαθαίνουμε αρκετές πληροφορίες για την συνθήκες που επικρατούσαν εντός των φυλακών. Στα 1861 στον Μεντρεσέ φυλακίστηκε ο αισθαντικός ποιητής Αχιλλέας Παράσχος (1838-1895) ο οποίος έγραψε και ποίημα εμπνευσμένος από την κράτηση του στις φυλακές.

Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο του ΜΒΕ

Η περίπτωση του Jonas King και η μαρτυρία του για τις άθλιες συνθήκες των φυλακών

 

Ο Jonas King (29 Ιουλίου 1792 – 22 Μαΐου 1869) υπήρξε Αμερικανός φιλέλληνας και ο πρώτος Ευαγγελικός ιεραπόστολος στην Ελλάδα. Γεννήθηκε στις ΗΠΑ και ασπάστηκε τον Χριστιανισμό σε ηλικία 15 ετών. Λαμβάνοντας ένα γράμμα από το Συμβούλιο των Ελληνίδων Κυριών της Νέας Υόρκης, απέρριψε την προσφορά να γίνει καθηγητής στο Vale College των ΗΠΑ, για να έρθει στην Ελλάδα το 1828, φέρνοντας μαζί του μεγάλες ποσότητες από τρόφιμα και ρούχα για τους Έλληνες που εκείνη την εποχή ήταν σε δύσκολη κατάσταση και έτυχε θερμής υποδοχής από τον Ιωάννη Καποδίστρια.
Αρχικά έμεινε στον Πόρο, όπου το 1829 παντρεύτηκε την Ασπασία Μέγκου και το 1831 μετακόμισε στην Αθήνα, όπου διακόνησε για 35 χρόνια. Με την ενθάρρυνση του Ιωάννη Καποδίστρια, ο Κιγκ ίδρυσε το πρώτο Σχολείο Θηλέων στην Τήνο (1829-30) και το πρώτο Γυμνάσιο στην Αθήνα (1833). Είχε τόσο καλές σχέσεις με το Υπουργείο Παιδείας, σε σημείο που ο Υπουργός Ρίζος Νερουλός συχνά τον συμβουλευόταν για εκπαιδευτικά ζητήματα, ενώ τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση, προμήθευε με διδακτικά βιβλία όλα τα δημόσια σχολεία. Συνδέθηκε φιλικά με τον αρχιμανδρίτη Νεόφυτο Βάμβα και τον Θεόκλητο Φαρμακίδη.
Με τις θερμές εκκλήσεις που έκανε ως αντιπρόσωπος φιλελληνικών οργανώσεων, κατόρθωνε να συγκεντρώνονται μεγάλα χρηματικά ποσά για τις φιλανθρωπικές και εκπαιδευτικές ανάγκες του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Συγχρόνως κήρυττε και δίδασκε την Αγία Γραφή, ελπίζοντας πως η Ορθόδοξη Εκκλησία θα αναμορφωνόταν και θα απέρριπτε «μεσαιωνικές και Ιησουιτικές επιδράσεις» που είχαν εισχωρήσει σ’ αυτήν

Διωγμοί και Αφορισμός

Το 1835, μετά από μια κυριακάτικη λειτουργία, ο Μητροπολίτης Αθηνών επιτέθηκε δριμύτατα εναντίον του Jonas King και απείλησε ότι θα αφόριζε όσους έστελναν τα παιδιά τους στο σχολείο του. Από τότε ξεκίνησε ένας συνεχής διωγμός του από «ορισμένα όργανα της νεοσυσταθείσης Eκκλησίας της Eλλάδος ακραίου συντηρητικού ήθους» με επικεφαλής τον Oικονόμο Kωνσταντίνο.
Το 1844 κατηγορήθηκε από ορισμένες Αθηναϊκές εφημερίδες ότι ασεβούσε κατά των εικόνων και της Παρθένου Μαρίας. O King απάντησε αναφέροντας αποσπάσματα από τα συγγράμματα των Εκκλησιαστικών Πατέρων Επιφανίου, Χρυσοστόμου, Βασιλείου του Μεγάλου, Ειρηναίου, Κλήμεντα και άλλων και οι οποίοι, κατά τον King, απέρριπταν την προσκύνηση των εικόνων και της μητέρας του Κυρίου. Μάλιστα τον επόμενο χρόνο, ο King εξέδωσε αυτά τα αποσπάσματα σε βιβλίο με τίτλο Απολογία Jonas King, όπου εξόργισε τους συντηρητικούς Ορθόδοξους κληρικούς. Σαν συνέπεια, η Ιερά Σύνοδος και αργότερα το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης αφόρισαν τον Jonas King και το βιβλίο του.
Τον επόμενο χρόνο, ο King μηνύθηκε και παραπέμφθηκε να δικαστεί στη Σύρο, το κλίμα όμως ήταν τόσο εχθρικό, ώστε τον συμβούλεψαν να μην εμφανιστεί στο δικαστήριο. Στην επιστροφή του, επάνω στο πλοίο, δέχτηκε επίθεση από φανατικούς θρησκευόμενους, οι οποίοι τον απείλησαν ότι θα τον σκότωναν. Μόλις έφτασε στο σπίτι του πληροφορήθηκε για μια συνωμοσία 50 ανθρώπων που σκόπευαν να τον δολοφονήσουν. Τον επόμενο Σεπτέμβριο κατασχέθηκαν 100 αντίτυπα της Απολογίας του και κάηκαν. O διασυρμός του King καταδικάστηκε από πολλούς Έλληνες διανοούμενους και από τα πιο έγκριτα ξένα περιοδικά της εποχής.
Το 1847 δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Αιών» μια σειρά άρθρων του Κωνσταντίνου Σιμωνίδη που περιείχαν ψέματα, με τον τίτλο «Όργια του Κιγκ». Τα άρθρα αυτά δημιούργησαν πολύ εχθρικό κλίμα εναντίον του King και η Κυβέρνηση αναγκάστηκε να τοποθετήσει φρουρούς έξω από το σπίτι του, συμβουλεύοντάς τον να απομακρυνθεί για ένα χρονικό διάστημα από την Ελλάδα. Συγχρόνως διατάχτηκε δικαστική έρευνα, η οποία απέδειξε ότι όλα αυτά ήταν μια απάτη του Σιμωνίδη, ο οποίος συνελήφθη και καταδικάστηκε για πλαστογραφία.
To 1848 ο King και η εννεαμελής οικογένειά του επέστρεψαν στην Ελλάδα. Το 1851 διορίστηκε Πρόξενος των ΗΠΑ στην Ελλάδα και παρέμεινε σε αυτή την θέση για 7 χρόνια. Σύντομα όμως ξέσπασε διωγμός εναντίον του με την κατηγορία ότι «βλασφημεί τον αληθινό Θεό και τη μόνη Αποστολική Εκκλησία». Σύρθηκε πάλι στο δικαστήριο και καταδικάστηκε σε 15 ημερών φυλάκιση, στις φυλακές της Πλάκας, όπου και έγραψε το γράμμα που περιγράφει τις άθλιες συνθήκες κράτησης, και κατόπιν σε απέλαση, καταδίκη που επικυρώθηκε και από τον Άρειο Πάγο. 12 διακεκριμένοι δικηγόροι της Αθήνας αποδοκίμασαν την όλη ενέργεια ως σκευωρία και την απόφαση του Αρείου Πάγου εσφαλμένη.
Στις ΗΠΑ υπήρξε αντίδραση για την όλη κατάσταση. Ειδική επιτροπή της Γερουσίας εξέτασε τα στοιχεία της δικογραφίας, με βάση τον Ελληνικό Ποινικό Κώδικα και το Σύνταγμα και βρήκε την απόφαση αντισυνταγματική. Η Ελληνική Κυβέρνηση με υπόδειξη του νέου Υπουργού Δικαιοσύνης, Σπύρου Πήλλικα, ο οποίος ήταν ένας από του δικηγόρους που είχαν αποδοκιμάσει την καταδίκη του King, εξέδωσε Βασιλικό Διάταγμα με το οποίο ακύρωσε την καταδικαστική αυτή απόφαση δικαιώνοντας τον King.
O King, είχε τη χαρά να προσκληθεί από τον πρόεδρο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο οποίος τον δέχτηκε εγκάρδια και τον προσφώνησε θερμά, παρά τον αφορισμό που του είχε γίνει μερικά χρόνια πριν. Πέθανε στην Αθήνα και ο τάφος του βρίσκεται στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.

Η περίπτωση του Αχιλλέα Παράσχου και το ποίημα του Εις τον Πλάτανον του Μεντρεσέ

Ο Αχιλλέας Παράσχος (πραγματικό όνομα Νασάκης ή Νασίκογλου, Ναύπλιο 1838 – Αθήνα, 26 Ιανουαρίου 1895) ήταν Έλληνας ρομαντικός ποιητής του 19ου αιώνα, εκπρόσωπος της πρώτης Αθηναϊκής σχολής. .
Το ποίημα που θα ακολουθήσει το έγραψε ο Αχιλλέας Παράσχος στα 23 του χρόνια, όταν είχε φυλακιστεί στον Μεντρεσέ, για τη δράση του εναντίον του βασιλιά Όθωνα. Ο φυλακισμένος ποιητής απευθύνεται στον μεγάλο πλάτανο που δέσποζε στην αυλή της φοβερής φυλακής. Ο Παράσχος θεωρεί τον πλάτανο σύμβολο της οθωνικής τυραννίας και του διωγμού των αγωνιστών του ’21 επί Βαυαροκρατίας.
Παραθέτουμε αποσπάσματα:

Ω Πλάτανε! του Μενδρεσέ στοιχειό καταραμένο
της τυραννίας τρόπαιο στη φυλακή υψωμένο·
συμμάζωξε τα φύλλα σου τα δακρυραντισμένα,
να ιδώ κομμάτι ουρανό και τ’ άστρα τα καημένα….
Αν είσαι δένδρο σπλαχνικό, ανθρώπους μη μιμείσαι,
μη δεσμοφύλακας κι εσύ ωσάν εκείνους είσαι!

Ναι! άφησε καμιά φορά να βλέπ’ από δω πέρα
τον ασημένιο ουρανό, την άσπρη την ημέρα·
κανένα σύννεφο μικρό που φεύγει ν’ αντικρίσω,
κανένα ταξιδιάρικο πουλάκι να ρωτήσω.
Να στείλω χαιρετίσματα στη μάνα που με κλαίγει
κι εκείνης οπού μ’ αγαπά χωρίς να μου το λέγει.
[…]
Πόσα, αχ πόσα μάντρωσες λιοντάρια πληγωμένα
ακόμη από τον πόλεμο και τη φωτιά βγαλμένα·
πόσους αϊτούς της Αμπλιανής, πόσα παιδιά του Φλέσσα,
ωσάν μανούλα τα’βαλες στην αγκαλιά σου μέσα.
Μη σου τους φάγει ενοιάζοσουν το κρύο και η πείνα
για να τους στείλεις ζωντανούς στη μαύρη γκιλοτίνα.
[…]
‘Οχι, δεν είναι Πλάτανε, ελληνική η σπορά σου·
από λαγκάδι σκοτεινό κατάγετ’ η γενιά σου.
Από τη γη του Μπαβαρού εδώ φυτεύθης πάλι·
κόρακας μαύρος σ’ έφερε, καιρού ανεμοζάλη,
κι εφούντωσες στα χώματα τα μοσχομυρισμένα,
κι έχεις από τον ήλιο μας τα φύλλα χρυσωμένα.
[…]
Θα έρθ’ η ώρα, Πλάτανε, αλλόθρησκη Βαστιλλη,
που ξυλοκόπους η οργή του έθνους θα σου στείλει.
Και πέλεκυς στη ρίζα σου ελεύθερος θ’ αστράψει·
δεν θα σε φαν γεράματα· φωτιά θενά σε κάψει.
Και γύρω θα χορέψομε στη σκόνη σου την κρύα,
όταν ανοίξει το χορό Πατρίς κι Ελευθερία.

Έγραφον εκ των φυλακών του Μενδρεσέ, 1861.

Ή παροιμιώδης έκφραση Χαιρέτα μου τον πλάτανο και η εσφαλμένη σύνδεση με τον Πλάτανο του Μεντρεσέ

Υιοθετούμε την άποψη του Σαραντάκου για την προέλευση της φράσης και αντιγράφουμε εδώ ένα μικρό απόσπασμα με την θέση του:

*Χαιρέτα μου τον πλάτανο. Η φράση με την… χαιρετούρα στο γνωστό αιωνόβιο δέντρο έχει τις ρίζες της στην Αθήνα των περασμένων αιώνων: Συγκεκριμένα, υπήρχε ένας πλάτανος στην αυλή του Μεντρεσέ, απέναντι από τους Αέρηδες, από τα κλαδιά του οποίου κρεμούσαν τους θανατοποινίτες. Η φράση λοιπόν λεγόταν στις περιπτώσεις που υπήρχε περίπτωση να γίνει κάτι άσχημο – επομένως… η «ποινή» θα περιλάμβανε τον πλάτανο. Το συγκεκριμένο δέντρο κάηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από έναν κεραυνό, αλλά η έκφραση έμεινε στην καθημερινότητα όλων των Ελλήνων.
Πειστική βρίσκω μιαν άλλη εκδοχή που έχει προταθεί επίσης, ότι πρόκειται για φράση που έλεγαν ξενιτεμένοι συγχωριανοί. Χαιρέτα μου τον πλάτανο της πλατείας του χωριού, αφού, έτσι άσχημα που πάνε τα πράγματα με μένα, εγώ θ’ αργήσω να ξαναγυρίσω στο χωριό.

Το τέλος της φυλακής, του κτιρίου και του πλάτανου

Κατά τα χρόνια του Γεωργίου Α’ (ο μακροβιότερος βασιλιάς της Ελλάδας, από το 1863 μέχρι το 1913) η φυλακή σταμάτησε να λειτουργεί και οι φυλακισμένοι μεταφέρθηκαν στις νέες φυλακές Αβέρωφ στην Καλλιθέα γύρω στο 1896.
Το έτος 1914, το μεγαλύτερο τμήμα του κτίσματος κατεδαφίστηκε στο πλαίσιο αρχαιολογικών ανασκαφών. Από τότε διατηρείται μόνο η πύλη και ο περίβολος.

Τελικά, εκείνο το ιστορικό πλατάνι δεν πήγε από χέρια ξυλοκόπου ή τη φωτιά της λαϊκής οργής, όπως επιθυμούσε και ονειρευόταν ο Αχ. Παράσχος. Ούτε υπήρξε ποιητής να το κλάψει όταν ξεριζώθηκε από έναν σφοδρό μαρτιάτικο άνεμο το 1931. Δεν ήταν πια δένδρο, ήταν σκελετός δένδρου. Όπως φαίνεται και στη φωτογραφία είχε μείνει ένας κούφιος κορμός και δύο τεράστια κοκαλιασμένα κλαδιά ανάμεσα στα ερείπια των φυλακών του Μεντρεσέ.

Πηγή φωτογραφίας: Μικρός Ρωμιός

Ο μόνος που νοιάστηκε να τον ξεπροβοδίσει ήταν ο Τίμος Μωραϊτίνης, που έγραψε πως «είχε καταντήσει ένα κουφάρι, ένα σκέλεθρο ξεκλειδωμένο που μόλις εστηρίζετο στο χώμα της αυλής»! «Έζησε ολομόναχος μέσα στην έρημη αυλή του Μενδρεσέ δια να αποθάνη εις βαθύτατον γήρας ένα άθλιον θάνατον μέσα εις τα μελαγχολικά ερείπια των φυλακών, άδοξος και λησμονημένος», έγραψε ο κραταιός εκείνος λάτρης των Αθηνών.

Ο Μεντρεσές σήμερα (φωτογραφίες)

Φωτογραφίες (2017) από νέα οπτική γωνία

Κείμενο – Έρευνα – Φωτογραφίες:
Θεοδοσόπουλος Δημήτρης, Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός Ε.Μ.Π.

*το παρόν άρθρο οφείλει την έμπνευση του σε μια επίσκεψη στο κέντρο των Αθηνών παρέα με καλούς φίλους και οδηγητή νου και σώματος τον Αλέξανδρο.

πηγή: https://geomythiki.blogspot.gr