Θα τα κάνω σαλεπιτζίδικο σημαίνει θα τα κάνω λίμπα, θα τα κάνω παγκλίδια. Είναι παλιά έκφραση, που δεν χρησιμοποιείται πια. Τη συνάντησα σε μια προπολεμική εφημερίδα, όπου διάβασα την εξής γουστόζικη είδηση:
Ένας μεθυσμένος, αφού κατέβασε κάμποσες μισές σ’ ένα κρασοπουλιό στα Εξάρχεια, έφυγε με οχτάρια για να γυρίσει σπίτι του. Κάποιο μαγαζί στην οδό Θεμιστοκλέους του τράβηξε την προσοχή. Άρπαξε μια πέτρα και την εκσφενδόνισε στη τζαμαρία φωνάζοντας: «Θα τα κάνω όλα σαλεπιτζίδικο!».
Κατεβαίνοντας προς την Ομόνοια, πέρασε έξω από το φαρμακείο του Μαρινόπουλου, Πανεπιστημίου και Πατησίων γωνία. Εκεί στεκόταν ένας σαλεπιτζής. Ο μεθυσμένος πήρε φόρα και του αναποδογύρισε το δοχείο. «Να, αυτό θα πει σαλεπιτζίδικο!» πληροφόρησε τον έκπληκτο σαλεπιτζή. Ύστερα έκανε τα ίδια σ’ έναν άλλον σαλεπιτζή στην πλατεία Λαυρίου. Με δυο σαλεπιτζήδες από πίσω του να φωνάζουνε και να τον κυνηγάνε, δεν άργησε να τον τσιμπήσει ένας αστυφύλακας. Αυτόφωρο. Ένας μήνας φυλακή.
Ο σαλεπιτζής έβγαινε στην πιάτσα αξημέρωτα. Η φωνή «σλέεεπ», «σαλπτζήηης» ανάγγελλε τον ερχομό του. Μπροστά στο αστραφτερό του δοχείο μαζεύονταν όσοι γύριζαν από ξενύχτι και όσοι πήγαιναν να πιάσουν δουλειά. Το σαλέπι είναι χειμωνιάτικο ρόφημα. Σερβίρεται αχνιστό και πίνεται ζεστό. Δεν είναι απλό ρόφημα. Είναι φάρμακο. Ένα ποτήρι από αυτό το παχύρρευστο, μυρωδάτο υγρό, αρωματισμένο με γαρίφαλο και κανέλα, στρώνει το στομάχι, καθαρίζει την αναπνευστικό οδό (ό,τι πρέπει για καπνιστές και κρυολογημένους), χορταίνει, ζεσταίνει και δίνει δύναμη.
Θέλει τέχνη για να φτιάξεις σαλέπι χωρίς να σβολιάσει, υπομονή γιατί πρέπει να το ανακατεύεις συνέχεια μέχρι να πήξει και προσοχή να μην πάρει βράση.
Το σαλέπι φτιάχνεται από τη σκόνη που βγαίνει από τους βολβούς του σερνικοβότανου –ξακουστό βότανο, που το έδιναν στις παντρεμένες, για να πιάσουν αρσενικό παιδί.
Το σερνικοβότανο είναι μια πανέμορφη ορχιδέα. Αν ρίξουμε μια ματιά στο κάτω τμήμα του φυτού, στο ζευγάρι των βολβών απ’ όπου ξεκινάει το κοτσάνι, θα καταλάβουμε γιατί αυτή η ορχιδέα λέγεται Orchis Masculus, κυνός όρχις κατά τον Διοσκουρίδη, όρχεις της αλεπούς κατά τους Άραβες και γιατί την ονόμασαν σερνικοβότανο. Μάλιστα!
Το επάγγελμα του σαλεπιτζή είναι ένα από τα επαγγέλματα που χάθηκαν. Στις μέρες μας οι λίγοι σαλεπιτζήδες είναι γραφική νότα, μιας που έχουν λείψει εκείνοι που σταθερά έπιναν σαλέπι. Το 1933 ο Σώτος Πετράς, που απεχθανόταν τις αλλαγές που έφερε ο εκσυγχρονισμός κι έκανε την αθηναϊκή ζωή «σωστό σαλεπιτζήδικο», έγραψε ένα ποίημα για τους σαλεπιτζήδες της Ομόνοιας. Κάνει μάλιστα κι ένα λογοπαίγνιο με τις παξιμάδες, που είναι τα μεγάλα παξιμάδια, αλλά και οι ελευθεριάζουσες γυναίκες.