Τα τροχαία ατυχήματα στην Ελλάδα είναι κάτι περισσότερο από μια «κακιά στιγμή».
Είναι ένα κοινωνικό πρόβλημα του οποίου η ταχύτητα και το ανθρώπινο λάθος είναι μόνο συμπτώματα. Σε μεγάλο ποσοστό, τα τροχαία αποτελούν κομμάτι μιας αρρωστημένης νοοτροπίας του λαού που, προς το παρόν, κοστίζει γύρω στα 3 δισεκατομμύρια ευρώ τον χρόνο στην Ελλάδα και αποτελεί την τρίτη στη σειρά αιτία θανάτου του γενικού πληθυσμού μετά τις καρδιαγγειακές παθήσεις και τον καρκίνο. Στο πρόβλημα συνυπολογίζονται όχι μόνο οι ακαριαίοι θάνατοι αλλά και οι σοβαροί τραυματισμοί των ανθρώπων, όπως προκαλούνται είτε από πρόσκρουση και ανατροπή οχημάτων είτε από παράσυρση πεζών, με πολύπλοκες και παράπλευρες προεκτάσεις για τη ζωή των φροντιστών των τραυματισμένων και των συγγενών που μένουν πίσω.
Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, τα τροχαία ατυχήματα απειλούν σοβαρά την παγκόσμια υγεία και επηρεάζουν αρνητικά την κοινωνική και οικονομική πρόοδο, βάζοντας τροχοπέδη στην ανάπτυξη και την αειφορία των χωρών που βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις σε σχέση με την ασφάλεια και την πρόληψη των ατυχημάτων στο δρόμο. Η Ελλάδα είναι μία από αυτές, το μέρος όπου οι νόμοι και οι κανόνες μοιάζουν να λειτουργούν μόνο για μια μικρή μειοψηφία. Ανεξάρτητα από τα συγκλονιστικά στατιστικά στοιχεία των ατυχημάτων κάθε χρόνο, δεν χρειάζεσαι πολλά για να καταλάβεις ότι – από την παραβίαση μιας πινακίδας ή ενός φαναριού, μέχρι την παράνομη στάθμευση και από τον συνδυασμό αλκοόλ και οδήγησης στην επαρχία μέχρι το σβήσιμο των κλήσεων για τους «κολλητούς» – στο αυτοκίνητο, η κοσμοθεωρία του Έλληνα που αναγνωρίζει όλα τα δικαιώματα για τον εαυτό του και αφήνει τις υποχρεώσεις για τους συμπολίτες του, βρίσκει την απόλυτη έκφραση.
Οι δρόμοι είναι εκείνες οι λωρίδες γης στις οποίες θα αναμετρηθούν οι άνθρωποι με τις αξίες. Η συμπεριφορά στο δρόμο είναι η γνώση και η αναγνώριση του συστήματος λειτουργίας των νόμων και των θεσμών. Μέσα στο δρόμο «βλέπεις» τον άλλο ως συνδιαμορφωτή πολιτισμού. Δυστυχώς στη χώρα μας η προβληματική οδηγική συμπεριφορά είναι το καθεστώς και η συμμόρφωση με τον Κώδικα η εξαίρεση. Οι δρόμοι βρίσκονται υπό κατάληψη από χειριστές με ανεξέλεγκτο θυμικό, μεγάλη αντίσταση στην αλλαγή και κρεμασμένα φυλαχτά στο παρμπρίζ για το καλόπιασμα στους αγίους.
Όμως το θέμα δεν μπορεί να θεωρείται προσωπικό γιατί έχει εδώ και χρόνια ξεπεράσει τη δικαιολογία των «μεμονωμένων περιστατικών». Όταν βλέπεις συνεχείς παραβιάσεις, οδήγηση πάνω από το όριο ταχύτητας, τρικάβαλα από γονείς που μεταφέρουν τα παιδιά τους στο σχολείο ανάποδα σε μονόδρομο ή ανεβασμένα-στα-πεζοδρόμια αγροτικά αυτοκίνητα και καταπάτηση από τις ρόδες των οδηγών όδευσης τυφλών, είναι βλακώδες να επικαλείσαι το φιλότιμο. Πρόκειται για μια γενικευμένη απειλή που απαιτεί από τους πολιτικούς να της δώσουν σημασία. Δεν θα μου έκανε εντύπωση αν οι ερευνητές του μέλλοντος διαπίστωναν κάποια συνάφεια ανάμεσα στα αίτια της κρίσης που βιώνουμε και στην οδηγική νοοτροπία: είναι αυτές οι καθημερινές φορές που θα πεις «ω αδερφέ!» που φτιάχνουν το παζλ της διαχείρισης του συνόλου των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε ως κοινωνία και ως λαός. Οδηγάμε στην εθνική με τέρμα γκάζια. Η πρόσκρουση είναι αναπόφευκτη.
Τα τροχαία ατυχήματα πρέπει να είναι τα τελευταία σε προτεραιότητα στην πολιτική ατζέντα διαφόρων κομμάτων αφού πέρα από συγκυριακές αναφορές ελάχιστα θα δούμε μια στοχευμένη, εμπεριστατωμένη με στοιχεία εκστρατεία ευαισθητοποίησης με έμφαση στη μηδενική ανοχή στις παραβιάσεις από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Το σύστημα οδικών μεταφορών με όλα τα παρακλάδια του είναι κοστοβόρο ενώ στην επαρχία πέφτει θύμα της μικροπολιτικής των πολιτευτών που προεκλογικά στέλνουν τις μπουλντόζες να κάνουν μπαλώματα εκεί που χρειάζονται μελέτες και δαπάνες για την οριστική λύση του προβλήματος της ακαταλληλότητας των δρόμων. Κοινώς, δεν παίρνει κανείς στα σοβαρά τους δρόμους παρά εκείνους που οδηγούν σε ψήφους. Τα σποτ που έχουν ως στόχο να αφυπνίσουν, συχνά πετυχαίνουν το αντίθετο: να κλείσουν τα μάτια των πολιτών στο πρόβλημα επειδή νομίζουμε ότι δεν θα πέσουμε ποτέ θύματα της στατιστικής και των δυσάρεστων πρωτοσέλιδων. Το μεγαλύτερο μειονέκτημά τους όμως είναι ότι το μήνυμα των σποτ απευθύνεται σε οδηγούς και όχι σε πολίτες ενώ εμείς δεν οδηγούμε απλά τα αμάξια – υπάρχουμε μέσα από αυτά. Ομοίως, δεν πίνουμε και οδηγούμε. Καταρχάς πίνουμε πολύ και κλείνουμε τα μάτια στο πρόβλημα. Δεν παρκάρουμε απλά πάνω σε πεζοδρόμια – δεν αναγνωρίζουμε τη δημόσια περιουσία, την οποία μάλιστα χρυσοπληρώνουμε. Δεν σβήνουμε κλίσεις, εξαργυρώνουμε τις πελατειακές μας σχέσεις και ούτω καθεξής.
Αν προσπαθήσει κάποιος να ξετυλίξει το κουβάρι της οδηγικής συμπεριφοράς θα μείνει στα χέρια του με μια συννοσηρότητα, την ταυτόχρονη ύπαρξη δύο ή περισσότερων διαταραχών εκ των οποίων η επικίνδυνη
οδήγηση είναι μόνο ένα κομμάτι. Και οι διαταραχές στην Ελλάδα αποσιωπούνται.
Λιμνιωτάκη Δέσποινα – http://marketnews.gr