Το 1939 επί Δημαρχίας Μιχάλη Μανούσκου τέθηκε σε εφαρμογή ένα φιλόδοξο σχέδιο αναδημιουργίας της Λεωφόρου Βασιλέως Γεωργίου Α’, κυρίως στο μέρος εκείνο που αφορούσε την άνοδό της, πραγματικό σκαρφάλωμα, προς τη κορυφή. Τότε να πούμε ότι η συγκεκριμένη λεωφόρος καλείτο Γεωργίου Α΄, σε όλο το μήκος της, δηλαδή από το ύψος της Αγίας Τριάδας όπου ξεκινούσε έως τη κορυφή του ανωφέρειας της Καστέλλας.
Όμως αν και η συγκεκριμένη λεωφόρος δεν παρουσίαζε ιδιαίτερο πρόβλημα σε όλη τη διαδρομή της από το κέντρο, από την σημερινή Γρηγορίου Λαμπράκη (Βασιλίσσης Σοφίας τότε) και μετά, ξεκινούσε ένας απότομος ανήφορος τόσο που η κλίση του ήταν αποτρεπτική για κάθε μέσο είτε αυτό ήταν τροχοφόρο είτε ζώο. Πέραν τούτου ήταν κατά την άνοδο μεσολαβούσαν τεράστιοι βράχοι στο κέντρο του δρόμου με ενδιάμεσα χαντάκια και γούβες αδιαπέραστες.
Κι αν η στρώση του δρόμου ήταν κάτι που μπορούσε να γίνει, η απόλυτη ανωφέρεια ήταν πραγματικά αξεπέραστη! Έτσι συγκεντρώθηκαν μηχανικοί οι οποίοι αφού μελέτησαν το ζήτημα απεφάνθησαν ότι για να λυθεί το πρόβλημα, για να λιγοστέψει δηλαδή ο ανήφορος, θα πρέπει όσο ο δρόμος ανεβαίνει προς τα πάνω, τόσο θα πρέπει να σκάβεται! Θα πρέπει δηλαδή ανεβαίνοντας ο δρόμος να χαμηλώνει.
Και αφού είδαν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι το διαφορετικό άρχισαν να υλοποιούν αυτό το οποίο σχεδίασαν. Κατά την εφαρμογή όμως και ενώ κατέβαζαν πραγματικούς τόνους χωμάτων που έβγαζαν από το βουνό, βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα άλλο πρόβλημα. Τα σπίτια που μέχρι τότε είχαν κτιστεί, αριστερά του δρόμου, είχαν κατασκευαστεί έχοντας υπόψη τη στάθμη του δρόμου που είχαν μπροστά τους. Με το νέο σχέδιο διαμόρφωσης του δρόμου, τα σπίτια ξεκινώντας από κάτω από τη διασταύρωση της Βασιλίσσης Σοφίας και όσο ο δρόμος ανέβαινε προς τα πάνω τόσο θα απομακρύνονταν από το ύψος του δρόμου!
Οι μηχανικοί υπολόγισαν ότι τα σπίτια στη μέση της διαδρομής θα είχαν διαφορά ύψους 3, 4 μέτρα από το ύψος του δρόμου, ενώ τα σπίτια που ήταν στην κορυφή η είσοδός τους θα απείχε 9 μέτρα από τον δρόμο!
Πώς θα μπορούσαν άραγε οι ένοικοι και οι ιδιοκτήτες των οικιών αυτών να εισέρχονται στα σπίτια τους με τέτοια υψομετρική διαφορά;
Έτσι οι μηχανικοί αποφάσισαν για τα μεν σπίτια που είχαν μικρή υψομετρική διαφορά να κατασκευαστούν σκαλιά από την είσοδο έστω κι αν αυτά θα έκοβαν το πεζοδρόμιο. Για εκείνα όμως που είχαν τεράστια διαφορά, θα έπρεπε ο τρόπος κατασκευής μιας τέτοιας κλίμακας να είναι διαφορετικός.
Η διαφορά για κάποια σπίτια ήταν μερικά σκαλιά, για άλλα όμως το πρόβλημα επιζητούσε άλλες λύσεις |
Έτσι αποφασίστηκε η είσοδος στα σπίτια αυτά να γίνεται με σκάλες επί του πεζοδρομίου που θα υπάρχουν ανά διαστήματα που θα φτάνουν μέχρι το ύψος των εισόδων των σπιτιών. Για κάθε τετράγωνο δηλαδή να υπάρχει μια κατασκευή με την οποία θα ανεβαίνουν στην είσοδο του σπιτιού τους, είσοδο που αντιστοιχεί στην ουσία στο παλιό ύψος που είχε ο δρόμος πριν τον εκβραχισμό του και τη διαμόρφωσή του. Οι μηχανικοί του έργου τα αποκαλούσαν “πεζοδρόμια εξώστες”. Αυτά θα λειτουργούν παράλληλα και ως τοίχοι αντιστήριξης που θα συγκρατούν τα χώματα του λόφου που βρίσκεται στα αριστερά του δρόμου, ενώ οι καμάρες εκτός της διακοσμητικής τους ομορφιάς αυξάνουν την αντοχή στήριξης.
Οι μηχανικοί του έργου τα αποκαλούσαν “πεζοδρόμια εξώστες”. |
Επρόκειτο για ένα μεγάλο τεχνικό έργο του 1939 το οποίο απαιτούσε μελέτη και τεχνικά μέσα. Η λεωφόρος Γεωργίου Α΄σε όλη την ανοδική της διαδρομή από τη μια οικιστική ζώνη μέχρι την άλλη σχεδιάστηκε να απέχει 20 μέτρα! Κανονίστηκε επίσης στο κέντρο της να φέρει τα γνωστά διαχωριστικά κηπάρια, που ο Μανούσκος δημιούργησε και σε πολλούς άλλους δρόμους στον Πειραιά. Πολύς κόσμος τότε, βλέποντας τα φορτηγά τα φορτωμένα με χώματα και τα πλήθη των εργατών που δούλευαν στο έργο διατύπωναν το στερεότυπο ερώτημα “Μα πώς θα γίνει αυτή η Λεωφόρος Γεωργίου;” ενώ οι ιδιοκτήτες των κατοικιών προσέφευγαν στα γραφεία των εφημερίδων ώστε να μάθει τι ακριβώς επρόκειτο να γίνει.
Τοίχοι αντιστήριξης που θα συγκρατούν τα χώματα του λόφου που βρίσκεται στα αριστερά του δρόμου, ενώ οι καμάρες εκτός της διακοσμητικής τους ομορφιάς αυξάνουν την αντοχή στήριξης. |
Σήμερα παρατηρώντας τις εισόδους των σπιτιών καταλαβαίνουμε το πόσο πολύ υπέστη εκσκαφή ο δρόμος ώστε να μειωθεί αυτή η τόσο απότομη ανωφέρεια η οποία καθιστούσε αδύνατη την ανάβασή του.