Ο Πειραιάς το 1854 έμελλε να πληρώσει ακριβά την απόπειρα των εθνικών διεκδικήσεων καθώς η Κατοχή που του επιβλήθηκε από τους Αγγλογάλλους, δεν επέφερε μόνο την ταπείνωση αλλά και την απαίσια χολέρα που αποδεκάτισε την πόλη σχεδόν ολοκληρωτικά!
Τα πρώτα χολερικά συμπτώματα φάνηκαν στον Πειραιά στις 25 Ιουνίου 1854. Αμέσως σχηματίσθηκε ένα ιατροσυνέδριο με σκοπό την λήψη μέτρων, που εξέδωσε παραγγέλματα προς τις εφημερίδες. Όμως ουδείς τα έλαβε υπόψη καθώς τα κρούσματα ήταν περιορισμένα εντός του Γαλλικού αρχικά και αργότερα του Αγγλικού Νοσοκομείου που ομοίως είχε δημιουργηθεί. Μόνο όταν η επιδημία είχε εξαπλωθεί σε όλη την πόλη, διατάχθηκε ο αποκλεισμός του Πειραιά, με σχηματισμό στρατιωτικής ζώνης. Αντί αυτό όμως να ευχαριστήσει τους κατοίκους της Αθήνας, απεναντίας τους δυσαρέστησε τόσο που οι εφημερίδες γεμάτες από παράπονα διαμαρτύρονται για παρεμπόδιση συγκοινωνίας!
– “Πέρα βρέχει!” έλεγαν οι Αθηναίοι αμέριμνοι μη γνωρίζοντας το μέγεθος του κινδύνου. Δυστυχώς γι΄ αυτούς η βροχή ήταν κοντά.
Όλα τα ιατροσυνέδρια που λάμβαναν χώρα για την αντιμετώπιση της χολέρας, δεν είχαν πλήρη αντίληψη της σοβαρότητας της κατάστασης όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό. |
Ο κόσμος τότε δεν είχε ακριβή γνώση της φρικτής χολέρας, ακόμα και η ονομασία της ήταν για πολλούς μπερδεμένη! Άλλοι την έλεγαν χολέρα, χόλερα, χολόρροια και χολεριά! Άλλοι την αποκαλούσαν “ξένη” καθώς την είχαν φέρει τα Γαλλικά στρατεύματα. Ο αποκλεισμός του Πειραιά δεν τηρήθηκε καθόλου! Την απαγόρευση δεν την κρατούσαν ούτε τα στρατεύματα κατοχής.
Ο Μπάμπης Άννινος καταγράφει με τον δικό του τρόπο την χολέρα του 1854, προσθέτοντας κι αυτός την μαρτυρία του δίπλα σε αυτήν του Εμμανουήλ Λυκούδη και αυτή του Δραγούμη. Η αξία όμως της συγκεκριμένης μαρτυρίας είναι μεγάλη καθώς καταγράφει τα περιστατικά με ημερομηνίες, δίνοντας μορφή ημερολογίου.
Άγγλος Αξιωματικός μπήκε σε εμπορικό κατάστημα στον Πειραιά να αγοράσει φανέλες. Ο έμπορος δεν είχε και γιαυτό ζητούσε να μεταβεί στην Αθήνα για να φέρει τις φανέλες που του ζητούσαν! Ο Άγγλος που λίγο πριν ήταν ο πελάτης, αποδείχθηκε ότι ήταν ο αρμόδιος για την χορήγηση των αδειών εξόδου! Έτσι συγκατατέθηκε προθύμως να παραβιάσει το υγειονομικό μέτρο του αποκλεισμού για χάρη των φανελών!
Ως απολυμαντικό μέσο θεωρούσαν τότε τις φωτιές που άναβαν μέρα νύχτα στους δρόμους για τον καθαρισμό της ατμόσφαιρας. Τον Αύγουστο η χολέρα εξαπλώνεται και οι μολυσμένοι πεθαίνουν μέσα σε λίγες ώρες. Οι κάτοικοι του Πειραιά μεταναστεύουν σωρηδόν σε Αίγινα, Ύδρα, Σύρο. Στην έρημη πόλη μόνο 60 οικογένειες μένουν! Η επιδημία είναι πλέον φονικό όπλο. Από τους 20 μολυσμένους οι 18 πεθαίνουν. Στα τέλη του Αυγούστου οι θάνατοι αραιώνουν καθώς δεν υπάρχουν κάτοικοι στον Πειραιά για να πεθάνουν. Η πόλη είναι έρημη!
Ως απολυμαντικό μέσο θεωρούσαν τότε τις φωτιές που άναβαν μέρα νύχτα στους δρόμους για τον καθαρισμό της ατμόσφαιρας |
Ο θάνατος δεν εξαιρεί βεβαίως τον στρατό Κατοχής και κυρίως τους Γάλλους. Οι απώλειές τους υπολογίζονται σε 800 στρατιώτες, καθώς τόσοι κατέφθασαν αργότερα από την Γαλλία για να αντικαταστήσουν τους πεθαμένους της χολέρας. Οι Γάλλοι νεκροί θάπτονταν στο Φάληρο, σε νεκροταφείο που ορίσθηκε αργότερα για τον σκοπό αυτό λίγο πιο μακριά από τον λοφίσκο που όπως ανέφερε και ο Όθωνας είχαν ανοίξει αρχικώς κρυφά τον τεράστιο λάκκο για να θάβουν τους πρώτους νεκρούς, πιστεύοντας κι αυτοί από άγνοια πως ένας μόνο λάκκος θα ήταν αρκετός! (Σχετικός ο νόμος του 1858 “Περί παραχωρήσεως εκτάσεως τινος γης εν Πειραιεί εις τας Κυβερνήσεις Αγγλίας και Γαλλίας”)
Η χολέρα μεταφέρθηκε από τους φυγάδες Πειραιώτες και στα νησιά όπου κατέφυγαν. Στην Σύρο η χολέρα σκότωσε 300! Βεβαίως η Ερμούπολη αριθμούσε τότε 25.000 άτομα πληθυσμό. Όμως επειδή φοβήθηκαν την περίπτωση του Πειραιά, το νησί εγκαταλήφθηκε από τους μισούς του κατοίκους. Πού μπορούσε όμως κάποιος να καταφύγει φεύγοντας από τον Πειραιά για να σωθεί;
Στην Αίγινα οι κάτοικοι λιθοβολούσαν τους φυγάδες. Δύο χιλιάδες Πειραιώτες έμεναν στις εξοχές της Αίγινας, καθώς δεν μπορούσαν να πλησιάσουν την πόλη. Η συρροή ήταν τέτοια που ακόμα και οι χειρότεροι στάβλοι νοικιάζονταν αντί αδράς αμοιβής.
Φυγάδες από την Σύρο μετέδωσαν το μίασμα στην Μύκονο! Μέσα σε λίγες μόλις ώρες, είχαν πεθάνει κι εκεί 29 άτομα!
Μέσα σε αυτό το κακό η Αθήνα είχε μείνει σχεδόν αλώβητος. Το μίασμα είχε φθάσει μόνο μέχρι την περιφέρειά της. Η πόλη φαίνεται ότι είχε σωθεί. Στον Πειραιά περί τα τέλη του Σεπτεμβρίου του 1855 δεν είχαν σημειωθεί άλλοι θάνατοι. Η Χολέρα φαίνεται ότι είχε σταματήσει. Τα μέτρα παραμελούνται, η ζώνη ατονεί. Οι κάτοικοι επιστρέφουν να συνεχίζουν την ζωή τους. Ασχολούνται πιο πολύ με την φωτιά που αποτέφρωσε το Βασιλικό Τυπογραφείο παρά με την χολέρα!
Λέγεται ότι τότε, καταφθάνει από την Σύρο ένα κιβώτιο που περιέχει ρούχα ατόμου που πέθανε στο νησί από την χολέρα. Τα ρούχα παραλαμβάνονται από την οικογένεια του νεκρού που διαμένει στην Αθήνα. Η οικογένεια τα παραδίδει με την σειρά της προς καθαρισμό σε μια πλύστρα η οποία τα καθαρίζει μαζί με την βοήθεια μιας άλλης. Οι δύο αυτές γυναίκες είναι τα πρώτα θύματα, μιας χολέρας που μπαίνει στην Αθήνα να κατασπαράξει ότι δεν έκανε πρώτα! Η χολέρα επιστρέφει πιο ορμητική! Μεταξύ των κρουσμάτων αυτή την φορά συγκαταλέγεται και η αδελφή του Ιλάρχου Αγγελόπουλου γνωστός στους ιστορικούς του Πειραιά από τις περίφημες περιγραφές της πόλης.
Απερίγραπτος ο νέος τρόμος. Γενική φυγή πληθυσμού σε Αθήνα και Πειραιά! Η Αστυνομία μέσα σε τρεις ημέρες εκδίδει 12.000 διαβατήρια! Τα σπίτια εγκαταλείπονται με ανοιχτές τις πόρτες. Περιουσίες κατακλέβονται, ενώ όλοι τρέχουν στον δρόμο έντρομοι. Οι αμαξηλάτες βρίσκουν την ευκαιρία για πλουτισμό. Το δρομολόγιο Πειραιά – Αθήνα που κόστιζε 5 δραχμές, έφτασε τις 300! Οι Αθηναίοι κατασκήνωναν στον ελαιώνα που χώριζε τις δύο πόλεις! Η χολέρα χτυπά ξαφνικά Μαρούσι και Κηφισιά! Φήμες διαδίδονται για διάφορες πόλεις της Ελλάδας επίτηδες, ώστε οι χολεριασμένοι φυγάδες να μην καταφεύγουν σ΄ αυτές! Σε “καθαρά” μέρη συγκροτούνται από ένοπλους πολίτες αποσπάσματα που πυροβολούν τους φυγάδες να μην πλησιάσουν.
Ακόμα και οι γιατροί αρνούνταν πλέον να εξετάσουν χολεριασμένους. Έλεγαν στους συγγενείς που πήγαιναν να τους ειδοποιήσουν
– “Τρίψτε τον κι έφθασα”. Εννοείται πως ο ασθενής πέθαινε κατά την διάρκεια των εντριβών προτού να φανεί ο γιατρός.
Όλες οι εκδόσεις των εφημερίδων σταμάτησαν. Αλλά και τους υγιείς φυγάδες δεν τους περιμένει καλύτερη τύχη. Λίγο έξω από την πόλη παραμονεύουν ληστρικές συμμορίες που ξέρουν πως οι κάτοικοι φεύγουν κουβαλώντας πολύτιμα αντικείμενα. Αφού τους ληστεύουν στην συνέχεια τους φονεύουν.
Η χολέρα εισβάλλει στα λιμάνια μεταφερόμενη από τα πλοία |
Η χολέρα δεν εξαιρεί τους τρανούς και τους σπουδαίους. Τότε είναι που πεθαίνει και ο δάσκαλος του Γένους Γεννάδιος, ο ήρωας της Φιλικής Εταιρείας Αναγνωστόπουλος, ο πρώην βουλευτής Σκύρου Αντωνιάδης! Όταν φυσά νοτιάς η χολέρα οργιάζει
“Τρέμετε πάντες! ο νότος φυσά το κακό πλησιάζει”
Η 21η Νοεμβρίου 1855 θεωρείται ως η ημερομηνία που η χολέρα αρχίζει να λαμβάνει τέλος. Οι φυγάδες επανέρχονται σταδιακά και ενθουσιασμένοι από τον σωσμό τους το ρίχνουν στην μέθη. Στις 20 Δεκεμβρίου του 1855 ανακοινώνεται ο τελευταίος θάνατος από χολέρα.