Έμεινε στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου ως παιδί-θαύμα. Ο Βασίλης Καΐλας είναι πλέον συνταξιούχος ηθοποιός, και μάλιστα ένας από τους ελάχιστους με τόσο πολλά ένσημα.
Στην 60χρονη πορεία του -παρόλο που ο ίδιος φέτος έκλεισε τα 64 χρόνια του- μετρά πάνω από 117 ελληνικές ταινίες στις οποίες έχει συμμετάσχει, πλήθος θεατρικών έργων και μεταγλωττίσεις. Μιλώντας στην Espresso κάνει απολογισμό ζωής και πετά από πάνω του την ταμπέλα του παιδιού-θαύματος, χαρακτηρισμό που ποτέ δεν αποδέχτηκε.
Αισίως, κλείσατε τα 64 χρόνια σας. Εχετε κάνει απολογισμό ζωής;
Οι εικόνες της ζωής μου υπάρχουν μέσα στο λεύκωμα που έχω εκδώσει με τίτλο «Ενα παιδί μετράει τα πλάνα». Ολες αυτές οι εικόνες είναι η ιστορία μου, η πορεία μου, η διαδρομή μου. Για μένα υπάρχει η Ελλάδα τού σήμερα και η Ελλάδα του παρελθόντος.
Κάποτε μου είχατε πει ότι ο Βασιλάκης Καΐλας μεγάλωσε και έχει γίνει Βασίλης Καΐλας!
Ακριβώς. Κι αυτό δεν συμβαίνει μόνο με μένα… Αυτό που νιώθω είναι ότι η Ελλάδα του σήμερα δεν υπάρχει σε ασπρόμαυρο πλάνο -και καλώς δεν υπάρχει-, γιατί πρέπει να πηγαίνουμε μπροστά.
Ωστόσο, το ερώτημα που βάζω είναι αν η Ελλάδα τού σήμερα έχει τα ίδια στοιχεία με την Ελλάδα του ασπρόμαυρου και του χθες, όπως ήθος, αξίες, αλληλεγγύη. Και δεν έχει καμία σχέση.
Εννοείται ότι ήθελα να ζήσω όσα έζησα τότε, αλλά σίγουρα δεν είμαι πλέον ο Βασιλάκης Καΐλας.
Από την ηλικία των 4 χρόνων ζείτε μέσα σε εικόνες, μύθους και πλάνα ταινιών. Νιώθετε γεμάτος;
Θα σου μιλήσω ειλικρινά. Νιώθω πραγματικά πολύ χορτάτος. Σαν να μη θέλω να φάω τίποτα άλλο!
Υπήρξατε το πρώτο παιδί-θαύμα. Σας στιγμάτισε αυτή η ταμπέλα;
Να ξεκαθαρίσω κάτι: παιδί-θαύμα δεν υπήρξα ποτέ. Ο κόσμος με έλεγε παιδί-θαύμα. Εγώ δεν ένιωσα ποτέ έτσι και δεν νομίζω ότι είχα καμία σχέση με αυτό το… παιδί-θαύμα που όλοι έβλεπαν (γέλια).
Αυτή η ταμπέλα μήπως ήταν και… κατάρα;
Αυτή η ταμπέλα ανήκει σε μια συγκεκριμένη εποχή. Από εκεί κι έπειτα η καριέρα μου στο θέατρο δεν έχει καμία σχέση με τα παιδικά μου χρόνια. Ο Ολίβιε είχε πει ότι «είναι προτιμότερο να παίζεις με έναν ανώτερό σου ηθοποιό, παρά με ένα παιδί.
Γιατί το παιδί σού κλέβει την παράσταση». Είναι άλλη η εποχή του Βασιλάκη Καΐλα και άλλη η εποχή του Βασίλη Καΐλα, του επαγγελματία. Γιατί ως παιδί ο Βασιλάκης Καΐλας δεν ήταν επαγγελματίας. Ηταν απλώς μέσα σε έναν επαγγελματικό χώρο που αμειβόταν.
Σήμερα βγαίνουν παιδιά-θαύματα;
Οχι. Γιατί είναι κατασκευασμένα, δεν είναι αυθεντικά.
Να θυμίσουμε ότι η Ελλη Λαμπέτη σάς έδωσε το βάπτισμα του πυρός σε ηλικία 4 χρόνων…
Ο Θεός σε κάποιους ανθρώπους χαρίζει κάποια «δώρα». Ενα από τα χαρίσματα που έδωσε ο Θεός σε μένα ήταν η Ελλη Λαμπέτη.
Η οποία σας είχε σαν παιδί της…
Κανονικά όμως! Η Λαμπέτη ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος και θα μείνει για πάντα στη μνήμη μου και στην ψυχή μου.
Αναρωτιέμαι αν, επειδή κάθε μέρα βρισκόσασταν στα κινηματογραφικά πλατό και στο σχολείο, χαρήκατε καθόλου τα παιδικά σας χρόνια… Παίξατε σε αλάνες;
Παρά τις αντίξοες συνθήκες, ναι. Επαιξα και πολύ μάλιστα, γιατί το είχα ανάγκη για να… ξεκουράζομαι. Οποτε έβρισκα ευκαιρία, ακόμα και στα γυρίσματα αν υπήρχε εκεί γύρω αλάνα, πήγαινα με τα άλλα πιτσιρίκια.
Τι ρόλο έπαιξε η δημοσιότητα στη ζωή σας και στη μετέπειτα επαγγελματική σας πορεία;
Η δημοσιότητα ήταν πάντα αρνητική στη ζωή μου. Ντρεπόμουν να με σταματούν στον δρόμο και να φωνάζουν «ο Βασιλάκης Καΐλας, ο Βασιλάκης Καΐλας». Είμαι ένας άνθρωπος όπως όλοι. Ποτέ δεν κατάλαβα τι διαφορετικό έχει ένας ηθοποιός από έναν απλό πολίτη.
Δεν κατάγεστε από πλούσια οικογένεια. Περάσατε φτώχειες. Αυτό ήταν που σας έκανε να βγάζετε μια μελαγχολία στις ταινίες;
Ο μπαμπάς μου ήταν θυρωρός σε πολυκατοικία. Αρα υπήρχε φτώχεια. Από την άλλη, ο ελληνικός κινηματογράφος εκείνης της εποχής ήταν ο καθρέφτης όσων βίωναν οι Ελληνες τότε. Είναι φυσικό λοιπόν να είμαι επηρεασμένος από όσα ζούσα τριγύρω μου.
Ομως τότε υπήρχε η ελπίδα ότι θα τα καταφέρουμε. Δες την ταινία «Ο λουστράκος». Γυάλιζα παπούτσια στην ταινία, με την προϋπόθεση ότι θα σπουδάσω και θα γίνω κάτι.
Στα παιδικά σας χρόνια βγάζατε καλά χρήματα. Βοηθούσατε με αυτά την οικογένειά σας;
Εννοείται πως βοηθούσα με αυτά τα χρήματα τους γονείς μου. Και εκείνοι φρόντιζαν να με πηγαίνουν σε πολύ καλά σχολεία, να με ντύνουν καλά, να τρώω καλά.
Στις ταινίες κλαίγατε εύκολα;
Πολύ εύκολα. Εχω μια υπερευαισθησία, η οποία με ακολουθεί σε όλη μου τη ζωή.
Με την Αλίκη είχατε κάνει τρεις ταινίες. Η «Μανταλένα» ήταν μία από τις κορυφαίες. Τι θυμάστε από τη συνεργασία αυτή;
Η αλήθεια είναι ότι ήμουν πολύ μικρός. Τη θυμάμαι σαν ένα κομμάτι της ζωής μου, της καθημερινότητάς μου. Τότε δεν ένιωθα ότι έπαιζα σε ταινία, αλλά ότι το ζούσα όλο αυτό. Η Αλίκη ήταν μία πολύ σημαντική επαγγελματίας και παράγοντας για τον ελληνικό κινηματογράφο. Δεν άφηνε να πέσει τίποτα κάτω.
Η Ελένη Ζαφειρίου υπήρξε η κινηματογραφική σας μαμά, ενώ ο Ξανθόπουλος ο κινηματογραφικός σας μπαμπάς. Πιάσατε ποτέ τον εαυτό σας να σας λείπουν σαν να ήταν πραγματική οικογένειά σας;
Θέλοντας και μη! Οταν γύριζα τέσσερις και πέντε ταινίες τον χρόνο, αναπόφευκτα κάποια στιγμή όλοι αυτοί οι μύθοι έγιναν κομμάτι της καθημερινότητάς μου. Ναι, υπήρξαν πολλές στιγμές που ένιωσα την έλλειψή του
Ο Νίκος Ξανθόπουλος ήταν ο κατεξοχήν κινηματογραφικός σας πατέρας, όπως προαναφέραμε. Πότε τον συναντήσατε τελευταία φορά;
Ο Νίκος με αποκαλεί γιο του. Υπάρχει ένα πολύ όμορφο περιστατικό μεταξύ μας, πολύ συγκινητικό. Στην παρουσίαση του λευκώματός μου, επειδή είχα πολλά χρόνια να τον δω και επειδή δεν ήθελα να τον ταλαιπωρήσω για να έρθει, ούτε του τηλεφώνησα ούτε του ανέφερα κάτι.
Στο λεύκωμα, όμως, αναφέρομαι εκτενώς σε εκείνον. Εκεί που βρισκόμουν στη Στοά του Βιβλίου για την παρουσίαση και καθόμουν απέξω σε ένα παγκάκι, αισθάνθηκα κάποιον να κάθεται δίπλα μου. Ηταν ο Νίκος Ξανθόπουλος, ο οποίος μου είπε «Τι κάνεις, γιε μου;» Αρχισα να κλαίω… Ασ’ τα, μεγάλη συγκίνηση ένιωσα.
Στις περισσότερες ταινίες ο ήρωας που υποδυθήκατε μοναδικά ως παιδί κλαίει. Πότε κλάψατε τελευταία φορά για ηθοποιό με τον οποίο συνεργαστήκατε και έφυγε από τη ζωή;
Δεν πάω ποτέ σε κηδείες. Θέλω να τους θυμάμαι όπως ήταν εν ζωή και εν ενεργεία.
Οι περισσότεροι παλιοί ηθοποιοί έλεγαν ότι θέλουν να πεθάνουν στο σανίδι…
Το έλεγαν, γιατί γι’ αυτούς ήταν τρόπος ζωής το σανίδι και ο κινηματογράφος. Κι εμένα μου άρεσαν, αλλά προτεραιότητά μου ήταν πάντα να κάνω οικογένεια, να έχει αξία η σχέση μου με τους ανθρώπους, να με βλέπουν, να με αγαπούν και να μη λένε «Α, η φίρμα». Δεν ένιωσα ποτέ φίρμα. Ο άνθρωπος με ενδιέφερε πάντα.
Υπήρξε κάποιος ρόλος δίδαγμα που θεωρείτε ότι σας έκανε καλύτερο άνθρωπο;
Δεν νομίζω ότι είναι θέμα ρόλων αυτό. Οι εμπειρίες της ζωής, οι άνθρωποι που συναντάς και το κριτήριο να ξεχωρίζεις το καλό από το κακό σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο. Είχα και μια οικογένεια που μου έδωσε τα εχέγγυα να γίνω ένας σωστός άνθρωπος. Από την άλλη, μην ξεχνάς ότι είχα χιλιάδες κινηματογραφικούς πατεράδες και μανάδες, από τους οποίους έπαιρνα μόνο θετικά διδάγματα.
Παίξατε σε 117 ταινίες! Οι περισσότεροι από αυτούς τους πρωταγωνιστές δίπλα στους οποίους βρεθήκατε στο πλατό έχουν φύγει από τη ζωή. Ειλικρινά, πώς νιώθετε που έχουν περάσει τόσοι άνθρωποι από τη ζωή σας και δεν είναι ποια ανάμεσά μας;
Αυτός είναι ο κύκλος της ζωής και πρέπει να το αποδεχτούμε. Ειλικρινά, δεν νιώθω ότι έχουν «φύγει». Αυτός είναι και ο λόγος που δεν πηγαίνω σε κηδείες. Θέλω να αισθάνομαι ότι είναι ανάμεσά μας όλοι αυτοί. Οτι ζουν. Δεν μπορώ τους αποχαιρετισμούς. Μου είναι πολύ επώδυνο όλο αυτό.
Ακόμα και αν αύριο ήταν η τελευταία σας μέρα, νιώθετε πλήρης σε όλα;
Εκείνο που με ενδιέφερε πάντα ήταν η οικογένειά μου. Νιώθω πολύ γεμάτος, ειλικρινά. Και αυτό που έλεγα από πιτσιρίκι είναι ότι θα ήθελα να πεθάνω σπίτι μου και όχι στο σανίδι.