Σήμερα στέκει ερειπωμένο. Τα ίχνη του χρόνου και τα σημάδια του σεισμού σβήνουν ανάμεσα στα ξεχαρβαλωμένα παντζούρια και τα πολύχρωμα γκράφιτι. Γύρω του, πολυκατοικίες, άθλιες παράγκες που στεγάζουν -παράνομες ή όχι- βιοτεχνίες και τα λιγοστά πλέον στην περιοχή προσφυγικά, που εξαφανίζονται με ταχύτατους ρυθμούς. Kάθε τόσο, ο χαρακτηριστικός μονότονος ήχος του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου σπάει τη σιωπή. Kαι μετά και πάλι ησυχία.
Στα σύνορα σχεδόν των δήμων Αθηναίων και Νέας Ιωνίας στέκει ένα παλαιό σπίτι. Ο επιβλητικός πυργίσκος, που δεσπόζει στο κτίριο, είναι το μόνο ίσως απομεινάρι των περασμένων μεγαλείων του. Περνώντας με το τρένο, το κοιτάς αδιάφορα. Αν κάποτε εξαφανιστεί, ίσως και να μην το προσέξεις. Kαι λίγοι είναι εκείνοι, ακόμα και ανάμεσα στους σημερινούς γείτονες, που γνωρίζουν τι κρύβεται πίσω από το λουκέτο που κρατά σφαλιστή την πόρτα στον αριθμό 154 της λεωφόρου Ηρακλείου. Είναι το σπίτι του ανθρώπου που έδωσε το όνομά του στην περιοχή: Ριζούπολη.
Το όνομα στην πρόσοψη Η οικία της οικογένειας Ριζόπουλου χτίστηκε στις αρχές του 1924, σε σχέδια του Ιταλού μηχανικού Μ. Μαρτινέγκο. Είναι το σπίτι του Ιωάννη Ριζόπουλου, μεγαλογαιοκτήμονα της περιοχής («τσιφλικά», λένε οι γείτονες), εκεί όπου γεννήθηκαν τα έξι παιδιά του. Το διώροφο σπίτι είναι γνωστό και ως «Βίλα Ακριβή», από το όνομα της μητέρας του Ιωάννη Ριζόπουλου, όνομα που στόλιζε κάποτε την πρόσοψη του κτιρίου, η οποία σήμερα έχει καταρρεύσει.
«Ο Ιωάννης Ριζόπουλος (σ.σ. τηρείται η ορθογραφία και η στίξη του πρωτοτύπου) εγεννήθη τω 1885 και είναι από τους ανθρώπους οι οποίοι εδημιούργισαν οι ίδιοι Εαυτούς. Ηλθεν εις τας Αθήνας από τον Πύργον της Ηλείας φτωχόπαιδο το έτος 1902 αλλ’ έφερεν μαζύ του τρία σημεία αναδείξεως. Φιλοπονίαν, Εμπορικήν ιδιοφυΐαν και πνεύμα οικονομίας, δεν ήτο σπάταλος δεν εδαπανούσε τον καιρόν του εις μάταια πράγματα ηργάσθη 20 έτη σιωπηρώς έκαμε ταμείον τό οποίον διοχέτευσε εις την εργασίαν του έτσι εσχηματίσθη μία μεγάλη περιουσία και έτσι έδωσε την ώθησιν και την πρόοδον εις ένα Βουνό των Αθηνών εις το οποίον έφκιαξε Σπήτια, Πηγάδια, Kαμίνια, Δαμάρια, Μπύρες, Μαγαζιά, Στοάς και αφού τα ηλεκτροφώτησεν τα ονόμασε ΡΙΖΟΠΟΛΙΝ όπου θα σταθμεύση ο ηλεκτρικός Πειραιώς Αθηνών-Kηφισσιάς». Αυτά αναφέρει μια έντυπη δημοσίευση της εποχής. Η λεζάντα, δίπλα στη φωτογραφία του Ιω. Ριζόπουλου, δίνει μια ιδέα για την περίοδο δημοσίευσης: «ΙΩ. ΡΙΖΟΠΟΥΛΟΣ – Ιδρυτής και ιδιοκτήτης του ομόνυμου συνοικισμού. ΡΙΖΟΠΟΛΙΣ: Το πλησιέστερον ηλεκτροφώτιστον ΠΡΩΑΣΤΕΙΟΝ».
Ψάχνοντας την ιστορία του, άθελα κάνεις ένα μικρό ταξίδι μέσα στο χρόνο, τότε που η σημερινή Ριζούπολη και οι γύρω -πυκνοκατοικημένες πλέον- προσφυγικές γειτονιές ήταν χωράφια, βοσκοτόπια, εξοχικές κατοικίες. Ακούγοντας τις διηγήσεις της κ. Ελλης Ριζοπούλου, της μοναδικής σήμερα εν ζωή κόρης του ιδιοκτήτη του σπιτιού, προσπαθείς να συλλάβεις την εικόνα μιας άλλης εποχής.
«Οταν χτίστηκε το σπίτι, η περιοχή… είχε αλεπούδες. Τους δρόμους σε όλη την περιοχή που του ανήκε, μέχρι το Βέικο, τους χάραξε ο πατέρας μου, μάλιστα τους είχε ονομάσει ο ίδιος με τα ονόματά μας. Μπροστά από το σπίτι περνούσε το Θηρίο… θυμάμαι από παιδί τη φασαρία που έκανε! Πίσω από το σπίτι υπήρχε ένας πανέμορφος κήπος, με μια λιμνούλα, που ήταν και το αγαπημένο μου μέρος. Εκεί δεχόμασταν και πολλούς από τους επισκέπτες μας, σημαντικούς ανθρώπους εκείνης της εποχής». Από το σπίτι είχαν περάσει πολλοί τοπικοί άρχοντες, πολιτικοί, αξιωματικοί, επιχειρηματίες. Ανάμεσα σε αυτούς και ο Ελ. Βενιζέλος, που ήταν φίλος της οικογένειας. «Οταν ήμουν τρεισήμισι χρονών, έβγαλε ο Βενιζέλος λόγο από τον πυργίσκο στο σπίτι μας… η περιοχή τότε, το 1930 περίπου, είχε 500 ψήφους! Μου έλεγαν, λοιπόν, ότι με είχε πάρει τότε στην αγκαλιά του, με φίλησε και είπε ότι στο πρόσωπό μου φιλά ολόκληρη τη Ριζόπολη…».
Στη Βίλα Ακριβή αρχικά έμεινε ολόκληρη η οικογένεια. Ο Ιωάννης Ριζόπουλος, η σύζυγός του Θεανώ και τα έξι παιδιά του: ο Πέτρος, η Αγγελική, ο Θεόδωρος, ο Νίκος, ο Γιώργος και η Ελλη. Οι μνήμες πολλές. «Σε ένα από τα δωμάτια υπήρχε ο κουπές: επτά βαρελάκια με ποτά, που κατέληγαν σε βρυσούλες. Οταν, λοιπόν, γίνονταν κάποιο σουαρέ στη σάλα, έβαζαν από εκεί τα ποτά τους». Πίσω από το σπίτι, στη σημερινή οδό Ολβίας, είχε δημιουργηθεί και η «Μπενάκειος Σηροτροφική Σχολή Αθηνών», σε κτίριο που δώρισε η οικογένεια. Η σχολή λειτούργησε για λίγα μόνο χρόνια και μετά το κτίριο μετατράπηκε σε δημοτικό σχολείο, το οποίο αργότερα μεταφέρθηκε.
«Ο πατέρας μου έκανε πολλές φιλανθρωπίες. Προίκιζε με κτήματα άπορα κορίτσια της περιοχής, έδωσε πολλές φορές χρήματα στην εκκλησία… μάλιστα είχε χτίσει και τον παλιό Προφήτη Ηλία, στον οποίο και παντρεύτηκα το 1967. Αργότερα ο Προφήτης Ηλίας γκρεμίστηκε και με τα χρήματα από το οικόπεδο χτίστηκε ο νέος Προφήτης Ηλίας, στην ίδια περιοχή. Kι όμως, δεν μπήκε ούτε μια επιγραφή με το όνομα του πατέρα μου…».
Αφέθηκε στην τύχη τουΤα τρία από τα έξι παιδιά έφυγαν από το σπίτι όταν παντρεύτηκαν. Εμειναν ο Γιώργος, ο Νίκος και η Αγγελική, με τελευταίο κάτοικο τον Γιώργο, που μετακόμισε πριν από περίπου δέκα χρόνια, όταν δέχθηκε επίθεση ληστών στο σπίτι, οι οποίοι αφαίρεσαν και τα περισσότερα από τα παλιά του έπιπλα. Ετσι, το σπίτι έμεινε να προσέχει πλέον ο κυρ Μήτσος, όπως τον ήξεραν όλοι στην περιοχή, ο κ. Δημήτρης Παπαμιχαλόπουλος, που διατηρούσε για τουλάχιστον μισό αιώνα ένα καφενεδάκι στο ισόγειο του σπιτιού. Ο κυρ Μήτσος έφυγε πριν από ένα χρόνο περίπου, όταν το σπίτι χαρακτηρίστηκε κόκκινο, μετά το σεισμό.
Η Βίλα Ακριβή δεν ήταν βέβαια ιδιαίτερα «ακριβή» ως κατασκευή. Με τα χρόνια, το κτίριο άρχισε να παρουσιάζει πολλά προβλήματα. Τα έξοδα για την αποκατάστασή του ήταν περισσότερα από αυτά που θα μπορούσε η οικογένεια να αναλάβει κι έτσι το κτίριο σταδιακά αφέθηκε στην τύχη του. Η ιδιοκτήτρια κ. Ελλη Ριζοπούλου δεν έχει τη δυνατότητα να το επιδιορθώσει. Τα έξοδα είναι πραγματικά πολλά, δεδομένης της κακής του κατάστασης.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 15/4/2001