Υπήρξαν εποχές που οι κάτοικοι της πρωτεύουσας ταλαιπωρήθηκαν από την υπερβολική ζέστη του χειμώνα.

Ό χειμώνας του 1835 ήτανε τόσο ζεστός ώστε «ήνθισαν δένδρα και εξηράνθησαν ποταμοί», όπως αναφέρει χρονικό της εποχής. Και δεν πρόκειται για σχήμα λόγου. Τον χειμώνα εκείνου του χρόνου, με ελάχιστες εξαιρέσεις, η θερμοκρασία κυμάνθηκε ανάμεσα στους 36 και 28 βαθμούς.

Στην Αθήνα του 1835, Γενάρη μήνα, παρουσιάστηκαν περισσότερα από 20 κρούσματα ηλίασης.

Για να σταματήσει το κακό, όπως αναφέρει η «Ιστορία της Εκκλησίας των Αθηνών», γινόντουσαν λιτανείες και προσευχές από τους τρομοκρατημένους κατοίκους. Αντίθετα, το καλοκαίρι εκείνου του χρόνου, ήταν τόσο παγωμένο, που όλοι σχεδόν, ιδίως τα βράδια, φορούσαν παλτά.

Αλλά και το 1844, τον Δεκέμβρη μήνα, έκανε στην ‘Αθήνα τρομερή ζέστη. Τότε το θερμόμετρο ανέβηκε στους 33 βαθμούς. Και το Φλεβάρη του 1845, για μια εβδομάδα, έφθασε στους 34.

Αλλά και η Μαρτιάτικη ζέστη του 1855 ήτανε τρομερή. Μέσα στα μαγαζιά, όπως και στα σπίτια, η ζέστη ήτανε αβάσταχτη. Και ο κόσμος έτρεχε οικογενειακώς στην έξοχή.

Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι ενός ηλιοπαθή ποιητή, που έ­κανε θερμή έκκληση προς τον ήλιο του αττικού ουρανού.

Εγραφε ο ποιητής:

Μου ξεβιδώνει το μυαλό,
μ’ ανάβει τα καντήλια
και οι πλανήται γύρω μου
γυρίζουν σαν σφοντύλια.

Ό Μάρτης ετρελλάθηκε,
η ζέστη του μας πνίγει
κι οι παρακλήσεις όλων μας
εξ Αθηνών να φύγει.

Φύγε και μην ξανάρχεσαι,
φύγε και μη γυρίσεις,
λίγο χιονάκι στείλε μας
τον τόπο να ελεήσεις.

http://www.koutouzis.gr

Recommended For You