Πόσο κοκέτης ήταν ο Παλιός Αθηναίος;

Περισσότερο απ’ όσο φαντάζεστε … Κάθε λίγο και λιγάκι οι εφημερίδες της παλιάς εποχής κορόιδευαν τις γυναίκες με την κοκεταρία τους –κλπ ξέρετε εσείς-. Είναι ευνόητο ότι κάθε τέτοιο δημοσίευμα ξεσήκωνε θύελλα αντιδράσεων εκ μέρους του «ασθενούς φύλου», με τις εφημερίδες να κατακλύζονται από έγγραφες διαμαρτυρίες.

Σας έχω λοιπόν σήμερα μια τέτοια επιστολή -«Εβδομάς» του 1928- για να μπείτε λίγο και σεις στο κλίμα εκείνων των ημερών…

«Αγαπητέ κύριε,

Γράψατε ό,τι θέλατε για τις γυναίκες, της καταδικάσατε όπως σας άρεσε, κρίνατε και επικρίνατε με το γούστο σας –γούστο ανδρικό πάντοτε.

Αλλά δεν έχετε δίκηο –όπως δεν έχουν πάντοτε δίκηο οι άνδρες όταν γράφουν για γυναικεία ζητήματα όσο κι’ αν διακηρύττουν, κι’ όσο κι’ αν προσπαθούν να γράψουν αμερόληπτα.

Και την απόδειξι σας την δίδω στης παρακάτω γραμμές.

Λέτε ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερο βασανιστήριο από του να συνοδεύετε μια κυρία στα ψώνια. Βέβαια δεν μπορώ να πω το ίδιο και για μας γιατί συνήθως δεν συνοδεύουμε κυρίους. Αλλά ετύχατε ποτέ σε κανένα κατάστημα ανδρικών νεωτερισμών την ώρα που ψωνίζη ένας κύριος; Δεν το πιστεύω γιατί τότε δεν θα γράφατε όσα γράψατε.

Θα σας πω λοιπόν εγώ τι γίνεται.

Και πρώτα-πρώτα στους κυρίους παρατηρείται το εξής περίεργο: όσο πιο γέρος είναι τόσο πιο μοντέρνα πράγματα ζητά. Ένας απ’ αυτούς για να ψωνίση μια φορά μια μόνη γραβάτα επήγε σε δεκατέσσερα καταστήματα και θα είδε τουλάχιστον εκατό γραβάτες. Και το αποτέλεσμα; Δεν πήρε καμμιά γιατί λέει τα χρώματά της δεν πήγαιναν στα μάτια του!

Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Για παρακολουθήστε με λιγάκι και θα δήτε πόσο έχω δίκηο. Πάρτε τα ρούχα σας. Αλλάζουν πιο γρήγορα από τα δικά μας. Σ’ ένα μόνο χειμώνα μπορεί νάχετε δέκα διάφορες μόδες. Η μια θέλει στενό πανταλόνι, γκέττα, και ζάφες. Η άλλη το θέλει σακουλωτό, φαρδύ και ανοιχτόχρωμο. Η μία ρεβέρ, η άλλη όχι. Η μια σειρίτι στο πλάι, η άλλη όχι. Το σακκάκι πάλι –άλλη φασαρία- σταυρωτό με κουμπιά γυαλιστερά, σμόκιν με κουμπιά ματ, φαρδειά πέττα, στενά πέττα, κλειστό και φαρδύ γιλέκο.

Κ’ ύστερα σεις όταν αλλάζετε κάτι απ’ τη μόδα, εννοείτε να τα αλλάζετε όλα, αρχίζοντας από το καπέλλο και φτάνοντας ίσαμε το σχέδιο των παπουτσιών.

Κολλάρο, γραββάτα, πουκάμισο, κάλτσες, καρφίτσες, σκαρπίνια, γκέττες, ρούχα, παλτά, μπαστούνια, γάντια, ποσσέτες… όλα αυτά πρέπει ν’ αλλαχθούν ταυτόχρονα.

Και βλέπει κανείς τον δυστυχισμένο υπάλληλο να ιδρώνη ώσπου να κατορθώση να ευχαριστήση τον κομψό κύριο με το μονύελο και το σκυλλάκι στην αμασχάλη -άλλη μόδα αυτή! Δεν μπορώ βέβαια να ξέρω τι γίνονταν πριν λίγα χρόνια, πάντως όμως στην σημερινή εποχή –πιστέψτε με- είναι πιο προβληματικό να ντυθή ένας δανδής παρά μια δεσποινίδα. Όσο εμείς απλοποιούμε την τουαλέττα μας τόσο σεις, θαρρείς προσπαθήτε να την περιπλέξετε.

Γνωρίζω κάποιον κύριο που όταν παραγγέλει ρούχα, παίρνει το ύφασμα και πηγαίνει και παραγγέλει ταυτόχρονα μεταξωτό πουκάμισο του ιδίου χρώματος, γραβάτα την ίδια, ποσέττα, κι’ όλα τα υπόλοιπα της τουαλέττας του.

Κι’ ο κύριος αυτός –δεν είναι εξαίρεσις αλλά ένας από τους πολλούς- μπορεί να μην φορέση μια καινούρια φορεσιά έτοιμη και πληρωμένη γιατί τυχόν ο τόνος του χρώματος του πουκαμίσσου του έτυχε νάναι λίγο πιο ανοικτός απ’ ότι έπρεπε.

Βλέπετε λοιπόν φίλε μου, ότι αν η γυναίκα –και πολύ δικαιολογημένα άλλωστε γιατί εξακολουθεί πάντα νάναι γυναίκα που εκ φύσεως είναι προικισμένη με περισσότερη δόσι φιλαρέσκειας- χάνει μια ώρα την ημέρα για την τουαλέττα της, υπάρχουν άνδρες που χάνουν δύο και τρείς!…

Και για να μην νομίσετε ότι όλα αυτά που σας γράφω είνε χωρίς βάσι, σας φέρνω ένα απλούστατο παράδειγμα μα δικαιότατο συνάμα για να σας πείσω.

Αν υποβληθήτε στον κόπο να περάσετε την οδό Σταδίου, θα μετρήσετε ασφαλώς περισσότερα καταστήματα ανδρικών νεωτερισμών παρά όσα γυναικεία έχει η οδός Ερμού που φέρνετε παράδειγμα.

Και τα καταστήματα αυτά, σημειώστε ότι έχουν τόσο πλούτο μέσα των, όσο δεν έχουν όλα μαζί τα δικά μας.

Τα καταστήματα αυτά γίνηκαν τα τελευταία αυτά χρόνια και για να γίνουν, και ακόμη περισσότερο για να εξακολουθούν να γίνονται, πάει να πη ότι ικανοποιούνται, έτσι;

Δεν φαντάζομαι βέβαια να ζημιώνουν. Έπειτα αν καλοπροσέξετε θα δήτε πως μια μόνο βιτρίνα των καταστημάτων αυτών περιέχει πολύ περισσότερη ποικιλία σε χρώματα, σε είδη και σε μόδες από οποιαδήποτε γυναικεία.

Αν θελήσετε δε να συγκρίνετε της τιμές, ασφαλώς αγαπητέ μου κύριε θα αναγκασθήτε να ομολογήσετε την ήτταν σας. Αρκεί μονάχα να σας πω ότι ένα ζευγάρι γάντια γυναικεία κοστίζουν πολύ λιγώτερο από τα ανδρικά και αυτό γιατί οι κύριοι θέλουν κι’ αυτά ακόμα τα γάντια των να παρακολουθούν και την «υστάτην κραυγήν» της μόδας –αν σας αρέση η μετάφρασις αυτή του γαλλικού όρου.

Σταθήτε μπρός σε μια βιτρίνα. Θα δήτε κόσμο και κοσμάκη να κάθεται και να χάσκη μπρος στης πολύχρωμες γραββάτες και τα μεταξωτά πουκάμισσα και πυτζάμες. Μπήτε μέσα. Εκεί ασφαλώς θα τα χάσετε απ’ τον κόσμο και απ’ τα χρώματα.

Εκεί θα δήτε τον αριστοκράτη δανδή, τον ευτυχή κληρονόμο μιας ανέλπιστης περιουσίας, τον δημόσιο υπάλληλο, τον τραπεζιτικό, τον γέρο κορτάκια που φιλοδοξεί καινούριες δάφνες νεανικών κατακτήσεων. Αρχίζοντας απ’ τον πιο πλούσιο και φτάνοντας ίσαμε εκείνον που μόλις μπορεί να βγάλη το ψωμί του, θα τους δήτε όλους μέσα. Μπορεί να μην έχη να φάη αλλά ασφαλώς θα πάη να ψωνίση μια γραβάτα των εκατόν πεντήκοντα η των διακοσίων δραχμών, γιατί … είναι της μόδας.

Τι θέλετε λοιπόν ακόμα; Δεν σας φτάνουν όλες αυτές η αποδείξεις; Πιστεύω ναι, όπως πιστεύω επίσης ότι από τώρα και στο εξής όταν θα βλέπετε μια γυναίκα να χάσκη μπρός σε μια βιτρίνα της οδού Ερμού μισή ώρα, να μην εκπλήττεσθε ώστε να το κρίνετε υπερβολικό, αρκεί την ίδια στιγμή να φέρνετε στην θύμησί σας ότι ένας άνδρας την ίδια ώρα χάνει διπλάσιο χρόνο για να διαλέξη μια γραββάτα που τα χρώματά της να αρμονίζωνται με το χρώμα των ματιών του …

Και τώρα, σας παρακαλώ να δεχθήτε τους χαιρετισμούς μου …»

(ακολουθεί υπογραφή δυσανάγνωστος)
Θωμάς Σιταράς (Αθηναιογράφος)

Recommended For You