Παλιά ΑΘήνα: Στην Αιόλου και την Αθηνάς, χρονιάρες μέρες, κάπου το 1932

Μπήκε για τα καλά ο χειμώνας και η σκέψη ενός παλιού Αθηναίου πάει αυτόματα στο πανηγύρι που στηνόταν στην Αιόλου και την Αθηνάς. Ένας άλλος παράδεισος για μικρούς και μεγάλους λειτουργούσε εκεί τις χρονιάρες μέρες. Μια άλλη «Αυλή των θαυμάτων» που ξεκινούσε από τα Χαυτεία και έφτανε μέχρι του Ψυρρή δημιουργώντας το αδιαχώρητο. Εδώ, οι έμποροι του ποδαριού, οι «πανεριτζήδες» όπως τους αποκαλούσαν διαλαλούσαν με μοναδική έμπνευση τις ευκαιρίες: είδη από κατάσχεση, εμπορεύματα από πτώχευση, μεταξωτά από τα «βρεμένα» του τελωνείου!

Όποιος, μικρός ή μεγάλος δεν είχε τι να κάνει, και ήταν πάρα πολλοί αυτοί, όποιος δεν ήξερε μια τέχνη, όποιος είχε ξεπέσει στην αθηναϊκή άσφαλτο χωρίς άλλα εφόδια εκτός από τη φωνάρα και τα παπούτσια του, αγόραζε τρεις παραμάνες για το γιακά και γινόταν έμπορος ευκαιρίας. Ο ανταγωνισμός ήταν μεγάλος. Για να επιβιώσεις έπρεπε να είσαι εύστροφος, ετοιμόλογος, επίκαιρος, πνευματώδης, τσαχπίνης… Αυτά βέβαια ήταν και τα στοιχεία που έκαναν αυτή την «Αυλή των θαυμάτων» τόσο ενδιαφέρουσα.

Είμαστε στο έτος 1932 και συνοδεύουμε τον ρεπόρτερ της εφημερίδας «Εξέλσιορ» Λευτέρη Ξανθό. Πάρτε εικόνα:

«Βρισκόμαστε στην Πλατεία του Δημαρχείου μπροστά σ’ έναν άνθρωπο ανεβασμένο ψηλά σ’ ένα κασόνι και που μπρός του βρίσκεται μια βαλίτζα ανοιχτή, γεμάτη με μπλάστρια και τάλληρα. Στο ένα του χέρι κρατά μια δέσμη από τα ίδια έμβλαστρα και στο άλλο έχει περασμένη μια μεγάλη εικόνα η οποία παρουσιάζει όλον τον ανθρώπινο σκελετό. Το πανηγύρι μόλις άρχισε.

-Εδώ λοιπόν κύριος βλέπετε, ξελαρυγκίζεται ο άνθρωπός μας με βραχνή φωνή, ταύτην την εικόνα, την οποία παριστά το ανθρώπινον σώμα. Εδώ που δείχνω τώρα βρίσκονται οι πνεύμονες. Μάλιστα κύριοι, οι πνεύμονες, με καταλαβαίνετε; Τα πλεμόνια θέλω να πώ. Παρακάτω το λοιπόν αυτά εδώ τα κόκκινα, γιατί είνε κόκκινα; Γιατί είνε κόκκινα λέω; Είνε κόκκινα γιατί είνε τα νεφρά. Μάλιστα κύριοι, η νεφραμιά όπως θα λέγαμε στο χασάπη αν πηγαίναμε να ψωνίζαμε κρέας. Τώρα αυτά που είνε παρακάτω δεν ενδιαφέρουν το πλήθος.

Πρέπει να έχετε υπ’ όψιν ότι μιλόντας έτσι, δείχνει συγχρόνως και στην εικόνα τα … αντίθετα!

-Λοιπόν, συνεχίζει στον ίδιο τόνο, τι συμβαίνει τώρα; Εκρύωσες; Κι’ άπαξ μια φορά εκρύωσες είσαι υποχρεωμένος να βήξης. Να βήξης λέω σαν χτηκιάρης. Να έτσι: Γκούχ, γκούχ! Είσαι χτηκιάρης όμως; Αν πάς σε κάποιον γιατρόν, σε κάποιον επιστήμονα θα σου αποφανθή ότι είσαι. Αν έρθης όμως σε μένα θα σου απαντήσω: Όχι κύριε! Δεν είσαι χτηκιάρης, αλλά είσαι κρυωμένος. Αγόρασε ένα πακέτο απ’ αυτά τα εμβλάστρια, κόλησε το στο στήθος. Σε λίγες μέρες θα είσαι περδίκι.

-Μάλιστα κύριοι, αυτή είνε η σοφή συμβουλή μου που θα σου δώσω. Με πέντε δραχμούλες, με πέντε δραχμούλες λέω αγοράζετε δυό εμβλάστρια γερμανικού εργοστασίου κι’ έτσι σώζεται τη ζωή τη δική σας, των παιδιών σας, της μάνας σας, του κύρη σας και όλου του σογιού σας. Με πέντε δραχμούλες κύριος! Τι ψυχή έχουνε που να τις πάρη ο διάβολος;

Βλέπετε λοιπόν ότι ο άνθρωπος είνε θεοφοβούμενος και δεν θέλει να εκμεταλλευτή τον κόσμο. Με πέντε δραχμούλες σας γιατρεύει από τα κρυολογήματα, τον πονοκέφαλο, το συνάχι και την νευρασθένεια!

Έξω ακριβώς από τη Χρυσοσπηλιώτισα ένας άλλος τέτοιος τύπος συγκεντρώνει γύρω του τους διαφόρους χασομέρηδες. Αυτός δεν κρατά στα χέρια του μήτε βαλίτζες μήτε μπλάστρια, μήτε τιποτα. Ένα μικρό μόνο μηχανηματάκι από μολύβι, μια βελόνα και μιά κλωστή αποτελούν όλα τα σύνεργα της επιστήμης του.

Ας τον ακούσωμεν κι’ αυτόν να δούμε με τι τρόπο ρεκλαμάρει το εμπόρευμά του. Η αρχή είνε αλήθεια πως είνε λιγάκι παράξενη. Γιατί αρχίζει τη ρητορία του με έμμετρο πρόλογο. Σας τον σερβίρω ακριβώς αυτολεξεί.

Κορίτσια, παντρεμμένες
Χήρες, αρραβωνιασμένες
Όλες στη γραμμή να μπήτε
Το μηχάνημα να δήτε

Και συνεχίζει εις πεζόν

-Αυτό που λέτε λοιπόν εδώ το μηχάνημα είνε αμερικανική εφεύρεσις ενός … Έλληνα. Το ανεκάλυψεν ο Θόδωρος με τόνομα από το Κατσιμίδι της Ναυπακτίας. Το βρήκε λοιπόν ο Θόδωρος και τον ευγνωμονεί ο σύμπας κόσμος. Έρχεστε τώρα κι’ εσείς δίνετε ένα ταλληράκι το αγοράζετε και το πάτε δώρο στη μάννα σας, στη θεία σας, στη γιαγιά σας κι’ αυτές σας δίνουν την ευχή τους. Θα μου πήτε γιατί; Διότι κύριοι με αυτό το μηχανηματάκι μπορείτε να περάσετε την κλωστή στη βελόνα χωρίς κανένα κόπο. Πάνε πια τα γυαλιά, τα φασαμέν, τα τηλεσκόπια που χρειαζότανε η φουκαριάρα η γιαγιά σας για να την περάση σαν ήθελε να σας μαντάρη τις κάλτσες. Μ’ αυτή την εφεύρεσι του Θόδωρα το πάν απόλλυται…

Εδώ ένας σε λοταρίες μοιράζει εικοσιπεντάρια, άλλος πουλά το μαγικό φάρμακο που βγάζει από τη ρίζα τους κάλλους και που μπορεί κατά λάθος να σας ξεριζώση και ολόκληρο το πόδι. Παρά κάτω μια νεροφίδα χορεύει για να καταλήξη ο κάτοχός της να σας βγάλη κανένα λεκέ από το παντελόνι και να σας προσφέρη ένα σωληνάριο με την θαυματουργόν αλοιφή του μέσα, αντί πινακίου φακής.

Και πόσοι ακόμα που για να σας τους μεταφέρω εδώ θα μου ήταν εντελώς αδύνατον.

Τελειώνοντας τώρα θα μ’ ερωτήσετε και μ’ όλο σας το δίκηο. Υπάρχουν άνθρωποι που πείθονται στα λόγια και στις ρητορείες αυτών των επιχειρηματιών του δρόμου και αγοράζουν το ύποπτο εμπόρευμά τους; Σας απαντώ αδίστακτα ναι! Γιατί απλούστατα αν δεν υπήρχαν οι κουτοί πως θα ζούσαν εις βάρος των μερικοί αρκετά έξυπνοι;»

Η αγορά όμως είναι απέραντη και τα ακούσματα ατελείωτα γι’ αυτό θα επανέλθουμε σύντομα…

Recommended For You